Η αίτηση προδικαστικής απόφασης υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Tobias Mc Fadden και της Sony Music Entertainment Germany GmbH, όσον αφορά ενδεχόμενη ευθύνη του πρώτου για τη χρήση, από τρίτον, του ασύρματου τοπικού δικτύου [Wireless local area network (WLAN)] που διατηρεί σε λειτουργία ο T. Mc Fadden, προκειμένου να θέσει στη διάθεση του κοινού, χωρίς άδεια, ηχητική εγγραφή που παρήγαγε η Sony Music.
Το Δικαστήριο δέχθηκε, καταρχήν, ότι υπηρεσίες όπως η δωρεάν παροχή πρόσβασης στο Ίντερνετ μέσω ασύρματου δικτύου αποτελεί υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, κατά το άρθρο 12 § 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 2 στοιχ. α’ της οδηγίας 2000/31 και το άρθρο 1 σημείο 2 της οδηγίας 98/34, εφόσον πραγματοποιείται με σκοπό να διαφημιστούν προϊόντα ή υπηρεσίες που πωλεί ή παρέχει ο ίδιος (σκ. 43). Εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι δεν αποτελεί τέτοια υπηρεσία η παροχή ελεύθερης πρόσβασης στο Διαδίκτυο μέσω ασύρματου τοπικού δικτύου, σε τρίτους, από έναν ιδιώτη, όπως συμβαίνει στην περίπτωση που δεν κλειδώνει ένας χρήστης το ασύρματο δίκτυο που διαθέτει.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο καθιστά σαφές ότι δεν απαιτείται να υπάρχει συμβατική σχέση μεταξύ του αποδέκτη και του παρόχου της ως άνω υπηρεσίας (σκ. 54). Ακόμα, καθιστά σαφές ότι στην περίπτωση της απαλλαγής από την ευθύνη για την απλή μετάδοση (άρθρο 12 § 1 της οδηγίας 2000/31), δεν εφαρμόζεται η διάταξη άλλου άρθρου που προβλέπει ότι πρέπει ο πάροχος να αφαιρέσει ή να καταστήσει αδύνατη την πρόσβαση σε πληροφορίες όταν πληροφορηθεί ότι ορισμένες από τις πληροφορίες που αποθηκεύει ένας χρήστης της υπηρεσίας είναι παράνομες (σκ. 65).
Πιο πέρα, η απόφαση αναφέρεται στη διεκδίκηση αξιώσεων από τον δικαιούχο έναντι του παρόχου της υπηρεσίας πρόσβασης σε τοπικό ασύρματο δίκτυο και δέχεται ότι “το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στο να ζητήσει ο θιγείς από την προσβολή των δικαιωμάτων του επί ενός έργου αποζημίωση από τον παρέχοντα πρόσβαση σε δίκτυο επικοινωνιών με το αιτιολογικό ότι μία από τις προσβάσεις αυτές χρησιμοποιήθηκε από τρίτους για την προσβολή των δικαιωμάτων του, καθώς και την επιστροφή των εξόδων οχλήσεων και των δικαστικών εξόδων στα οποία υποβλήθηκε για την άσκηση αγωγής αποζημιώσεως. Αντιθέτως, η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στο να ζητήσει το πρόσωπο αυτό την παράλειψη στο μέλλον της εν λόγω προσβολής, καθώς και την επιστροφή των εξόδων οχλήσεων και των δικαστικών εξόδων στα οποία υποβλήθηκε στρεφόμενος κατά του παρέχοντος πρόσβαση σε δίκτυο επικοινωνιών του οποίου οι υπηρεσίες χρησιμοποιήθηκαν για την διάπραξη της προσβολής, στην περίπτωση που τα αιτήματα αυτά αφορούν ή έπονται της εκδόσεως διαταγής από εθνική διοικητική αρχή ή εθνικό δικαστήριο που υποχρεώνει τον εν λόγω παρέχοντα την πρόσβαση να μην επιτρέπει στο μέλλον την ως άνω προσβολή“.
Τέλος, το Δικαστήριο εξέτασε τα μέτρα που δύναται να λάβει ο πάροχος της άνω υπηρεσίας. Κατά πρώτον, δέχεται ότι δεν μπορεί να του επιβληθεί η υποχρέωση επιτήρησης του συνόλου των μεταδιδόμενων πληροφοριών ενόψει της απαγόρευσης επιβολής γενικής υποχρεώσεως ελέγχου των πληροφοριών που οι πάροχοι μεταδίδουν κατά το άρθρο 15 § 1 της οδηγίας 2000/31 (σκ. 87).
Η πλήρης διακοπής της σύνδεσης στο διαδίκτυο δεν δύναται, επίσης, να επιβληθεί, διότι η εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου θα έθιγε σημαντικά την επιχειρηματική του ελευθερία (σκ. 88) και διότι το μέτρο αυτό δεν συμβάλει στην εξασφάλιση μιας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των θεμελιωδών δικαιωμάτων που πρέπει να έρθουν σε συγκερασμό (σκ. 88,89).
Ωστόσο, το μέτρο που συνίσταται στην προστασία με χρήση κωδικού της σύνδεσης στο διαδίκτυο μπορεί να επιβληθεί με δικαστική απόφαση, καθώς δεν θίγει το ουσιώδες περιεχόμενο του δικαιώματος της επιχειρηματικής ελευθερίας του παρόχου, ούτε και τη δυνατότητα των χρηστών να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες, αφού δεν εμποδίζεται η πρόσβασή τους σε πληροφορίες (σκ. 90-94). Μάλιστα, το μέτρο αυτό κρίνεται πρόσφορο να αποτρέψει τους χρήστες της σύνδεσης αυτής να προσβάλλει δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, διότι αυτοί πρέπει να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους προκειμένου να αποκτήσουν κωδικό (σκ. 96).
Βεβαίως, δεν υπάρχει υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης ασυρμάτων δικτύων να θέτουν κωδικούς ασφαλείας εκ προοιμίου, προτού εκδοθεί σχετική απόφαση εθνικού Δικαστηρίου, καθώς τούτο δεν καθιερώνεται νομοθετικά, αλλά αποτελεί ένα πρόσφορο μέτρο για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των δικαιούχων, σε περίπτωση που μια διαφορά σχετική με παραβίαση δικαιωμάτων του δημιουργού ή συγγενικών δικαιωμάτων αχθεί προς κρίση ενώπιον δικαστηρίου.