Από όσα διαρρέουν στον Τύπο, διαφαίνεται ότι ο ν. 2472/1997 χρησιμοποιείται – “εργαλειακά”, θα λέγαμε – για την απόδοση κατηγοριών σε βαθμό, μάλιστα, κακουργήματος. Εδώ θα πρέπει να γίνουν ορισμένες διευκρινίσεις.
Ειδικότερα, δεν ερευνήθηκε και δεν τεκμηριώνεται, εάν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση ο ν. 2472/1997 και αν, συνεπώς, δύνανται να ασκηθούν ποινικές διώξεις με βάση το νόμο αυτό. Για να εφαρμόζεται ο παραπάνω νόμος, θα πρέπει να υφίσταται αυτοματοποιημένη επεξεργασία ή μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία, αλλά τα προσωπικά δεδομένα να περιλαμβάνονται σε αρχείο (άρθρο 3 § 1 ν. 2472/1997).
Έτσι, τίθεται το ερώτημα εάν η καταγραφή σε βίντεο συνιστά αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων. Πράγματι, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, η εγγραφή και η αναπαραγωγή βιντεολήψεων, δεν συνιστά αυτοματοποιημένη επεξεργασία, παρά μόνο εάν χρησιμοποιείται αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας (βλ. Dammann, σε: Dammann/Simitis, EG-Datenschutzkommentar, Baden-Baden 1997, Artikel 3, αριθ. 3), γεγονός που δεν έχει συμβεί στη συγκεκριμένη. Περαιτέρω, δεν πληρούται ούτε η δεύτερη προϋπόθεση για την εφαρμογή του ν. 2472/1997, δηλ. να περιλαμβάνεται το οπτικοακουστικό αυτό υλικό σε αρχείο, εφόσον δεν υφίσταται αρχείο, στο οποίο να περιλαμβάνεται η βιντεοκασσέτα.
Συνεπώς, η άσκηση ποινικών διώξεων με βάση το νόμο 2472/1997 είναι αστήρικτη, όσον αφορά τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά.
Ιωάνης Ιγγλεζάκης