Διεθνής συνεργασία σε αστικές υποθέσεις

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΕ – ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 2015 Jaouad El Majdoub κατά CarsOnTheWeb.Deutschland GmbH,  υπόθεση C‑322/14
«Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις — Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις —Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 — Άρθρο 23 — Συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας — Τυπικά στοιχεία — Διαβίβαση διά της ηλεκτρονικής οδού η οποία επιτρέπει μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της συμφωνίας — Έννοια — Γενικοί όροι πωλήσεως οι οποίοι μπορούν να αναγνωσθούν και να εκτυπωθούν μέσω συνδέσμου που επιτρέπει την εμφάνισή τους σε νέο παράθυρο — Μέθοδος αποδοχής μέσω ενός “κλικ”»
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 12, σ. 1, στο εξής: κανονισμός Βρυξέλλες Ι). Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του J. El Majdoub, εμπόρου αυτοκινήτων, και της CarsOnTheWeb.Deutschland GmbH με αντικείμενο την πώληση, μέσω της ιστοσελίδας της τελευταίας, ενός αυτοκινήτου στον ενάγοντα της κύριας δίκης.
[ΙστορικόO ενάγων της κύριας δίκης, έμπορος αυτοκινήτων με έδρα την Κολωνία (Γερμανία), αγόρασε μέσω της ιστοσελίδας της εναγομένης της κύριας δίκης, η οποία εδρεύει στο Amberg (Γερμανία), ένα ηλεκτροκίνητο αυτοκίνητο σε πολύ συμφέρουσα τιμή. Εντούτοις, η πώληση αυτή ακυρώθηκε από τον πωλητή εξαιτίας ζημιών που φέρεται ότι υπέστη το εν λόγω όχημα διαπιστωθεισών κατά την προετοιμασία για τη μεταφορά και την παράδοσή του στον αγοραστή. Εκτιμώντας ότι επρόκειτο για προσχηματική μόνον ακύρωση της πωλήσεως αυτής, η οποία ήταν δυσμενής για τον πωλητή εξαιτίας του χαμηλού τιμήματος, ο ενάγων της κύριας δίκης άσκησε αγωγή ενώπιον του Landgericht Krefeld. Ζητεί από το τελευταίο να υποχρεώσει τον πωλητή στη μεταβίβαση της κυριότητας του εν λόγω οχήματος. Ο ενάγων της κύριας δίκης διατείνεται ότι αντισυμβαλλομένη του είναι η εδρεύουσα στη Γερμανία εναγομένη της κύριας δίκης και όχι η εδρεύουσα στο Βέλγιο μητρική εταιρία αυτής και ότι, συνεπώς, το αιτούν δικαστήριο είναι αρμόδιο να επιληφθεί της επίμαχης υποθέσεως. Αντιθέτως, η εναγομένη της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι τα γερμανικά δικαστήρια δεν έχουν αρμοδιότητα επ’ αυτού. Προβάλλει ότι το άρθρο 7 των γενικών όρων πωλήσεως για συναλλαγές μέσω διαδικτύου, οι οποίες είναι προσβάσιμες στην ιστοσελίδα της εν λόγω εταιρίας, περιέχει συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας υπέρ δικαστηρίου στο Louvain (Βέλγιο). Επιπλέον, διατείνεται ότι δεν έχει την ιδιότητα της αντισυμβαλλομένης του ενάγοντος της κύριας δίκης, καθότι την ιδιότητα αυτή έχει η μητρική της εταιρία. Ο ενάγων της κύριας δίκης δεν είναι δυνατόν να αγνοεί τα ανωτέρω στο μέτρο που, αφενός, ζήτησε από τη βελγική μητρική εταιρία την έκδοση τιμολογίου τιμολόγιο άνευ φόρου προστιθέμενης αξίας, το οποίο του απεστάλη με τα στοιχεία της τελευταίας και, αφετέρου, κατέβαλε το τίμημα του επίμαχου αυτοκινήτου σε βελγικό λογαριασμό. Χωρίς να αμφισβητεί τον τρόπο αυτό πληρωμής, ο ενάγων της κύριας δίκης φρονεί, εντούτοις, ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας δεν ενσωματώθηκε εγκύρως στη σύμβαση πωλήσεως, δεδομένου ότι δεν τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος που επιτάσσει το άρθρο 23, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού Βρυξέλλες I. Υποστηρίζει ότι η ιστοσελίδα της εναγομένης της κύριας δίκης που περιέχει τους γενικούς όρους πωλήσεως αυτής δεν εμφανίζεται αυτομάτως με την εγγραφή ούτε με κάθε επιμέρους αγορά. Αντιθέτως, πρέπει να επιλεγεί το πεδίο που φέρει την ένδειξη «πατήστε εδώ προκειμένου να εμφανιστούν σε νέο παράθυρο οι γενικοί όροι αποστολής και πληρωμής» (μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ», γνωστή και ως «click‑wrapping»). Οι απαιτήσεις, ωστόσο, του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες Ι θα πληρούνταν μόνον εάν το παράθυρο με τους γενικούς αυτούς όρους άνοιγε αυτομάτως. Επιπροσθέτως, προβάλλει ότι η συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας δεν είναι, εξάλλου, έγκυρη, καθότι είναι αυθαίρετη και μη αναμενόμενη. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον η μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ», με την οποία ο αγοραστής έχει πρόσβαση στους περιεχόμενους σε ιστοσελίδα γενικούς όρους πωλήσεως επιλέγοντας έναν υπερσύνδεσμο που ανοίγει ένα παράθυρο, πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες Ι. Στο μέτρο που οι γενικοί αυτοί όροι είναι δυνατόν να αποθηκευθούν και να εκτυπωθούν μεμονωμένα, το ανωτέρω δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον μια τέτοια μέθοδος μπορεί να εκληφθεί ως διαβίβαση με ηλεκτρονικό μέσο που επιτρέπει μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της συμβάσεως πωλήσεως και, ως εκ τούτου, που έχει γίνει γραπτώς, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. Εάν, πράγματι, συντρέχει κάτι τέτοιο, τότε η συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας υπέρ του βελγικού δικαστηρίου θα είναι έγκυρη και το Landgericht Krefeld δεν θα είναι αρμόδιο να επιληφθεί της διαφοράς.
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
Με το προδικαστικό του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί κατά πόσον το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I έχει την έννοια ότι η μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ» των περιεχόντων συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας γενικών όρων μιας συμβάσεως πωλήσεως, όπως η διά του διαδικτύου συναφθείσα επίμαχη σύμβαση στην κύρια δίκη, συνιστά διαβίβαση διά της ηλεκτρονικής οδού που επιτρέπει μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, χαρακτηριστικό γνώρισμα των περιστάσεων της υποθέσεως της κύριας δίκης είναι ουσιαστικά το γεγονός ότι ο δυνητικός αγοραστής οφείλει να αποδεχθεί ρητώς, επιλέγοντας το αντίστοιχο τετραγωνίδιο, τους γενικούς όρους πωλήσεως του αγοραστή προτού πραγματοποιήσει την αγορά. Εντούτοις, η πράξη αυτή δεν συνεπάγεται αυτομάτως την εμφάνιση του εγγράφου που περιέχει τους γενικούς όρους του αγοραστή, καθότι απαιτείται ακόμα ένα συμπληρωματικό κλικ σε συγκεκριμένο υπερσύνδεσμο που προβλέπεται για τον σκοπό αυτό. Στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν αμφισβητείται ότι οι κρίσιμοι γενικοί όροι περιέχουν συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας που προβλέπει τη δικαιοδοσία δικαστηρίου στο Louvain για διαφορές όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη. Ο ενάγων της κύριας δίκης φρονεί, εντούτοις, ότι η μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ» των γενικών όρων δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I, καθόσον το παράθυρο που περιέχει τους όρους αυτούς δεν ανοίγει αυτομάτως κατά την εγγραφή στην ιστοσελίδα ούτε κατά τη συναλλαγή. Κατά συνέπεια, δεν ήταν δυνατόν να του αντιταχθεί η ως άνω συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας.
Προκαταρκτικώς πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το γράμμα του άρθρου 23, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες I, η δικαιοδοσία ενός δικαστηρίου ή των δικαστηρίων κράτους μέλους, η οποία συμφωνήθηκε από τους αντισυμβαλλόμενους μέσω συμφωνίας διεθνούς δικαιοδοσίας, είναι αποκλειστική. Προκειμένου να είναι έγκυρη, η συμφωνία αυτή πρέπει να έχει καταρτισθεί είτε εγγράφως, είτε προφορικώς με γραπτή επιβεβαίωση, ή, τέλος, υπό τύπο ανταποκρινόμενο στην πρακτική που έχουν καθιερώσει οι συμβαλλόμενοι στις μεταξύ τους σχέσεις, ή, στο διεθνές εμπόριο, υπό τύπο ανταποκρινόμενο στις συνήθειες τις οποίες τα μέρη γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν. Δυνάμει του άρθρου 2 του άρθρου αυτού, «[κ]άθε διαβίβαση διά της ηλεκτρονικής οδού που επιτρέπει μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της συμφωνίας» πρέπει νε θεωρείται ότι «έχει καταρτισθεί γραπτά».
       (…)
       Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, ο αγοραστής στην υπόθεση της κύριας δίκης αποδέχθηκε ρητώς, επιλέγοντας το αντίστοιχο τετραγωνίδιο πεδίο στην ιστοσελίδα του οικείου πωλητή, τους κρίσιμους γενικούς όρους. Δεύτερον, κατά το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I, που αποτελεί μεταγενέστερη διάταξη σε σχέση με το άρθρο 17 της Συμβάσεως των Βρυξελλών, η οποία προσετέθη προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας, το κύρος συμφωνίας διεθνούς δικαιοδοσίας, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, ενδέχεται να εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη δυνατότητα μεταγενέστερης προσβάσεως στο περιεχόμενο της. Στο πλαίσιο αυτό, από τη γραμματική ερμηνεία της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι αυτή απαιτεί να «είναι εφικτή» μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της συμφωνίας διεθνούς δικαιοδοσίας, ανεξαρτήτως του κατά πόσον ο αγοραστής κατέγραψε πράγματι μόνιμα το κείμενο των γενικών όρων προτού ή αφότου επέλεξε το τετραγωνίδιο με το οποίο δηλώνει ότι αποδέχεται τους όρους αυτούς. 
         Επιπλέον, από την εισηγητική έκθεση του καθηγητή Pocar επί της συμβάσεως για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπογράφηκε στο Λουγκάνο, στις 30 Οκτωβρίου 2007 (ΕΕ 2009, C 319, σ.1, σημείο 109), προκύπτει σαφώς ότι το κατά πόσον πληρούται ή όχι η τυπική προϋπόθεση της διατάξεως αυτής «εξαρτάται ως εκ τούτου από το αν είναι εφικτή η μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της ηλεκτρονικής επικοινωνίας με την εκτύπωση ή την αποθήκευσή της σε εφεδρική ταινία ή δίσκο ή με την καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο φύλαξή της» και ότι τούτο συντρέχει «ακόμη και αν στην πραγματικότητα δεν έχει γίνει η καταγραφή της [συμφωνίας]», όπερ σημαίνει ότι «η καταγραφή δεν απαιτείται ως προϋπόθεση του τυπικού κύρους ή της ύπαρξης της ρήτρας». Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται, επίσης, διά της ιστορικής και τελολογικής ερμηνείας του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I. Συγκεκριμένα, κατά την αιτιολογική έκθεση της προτάσεως κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, την οποία υπέβαλε η Επιτροπή στις Βρυξέλλες, στις 14 Ιουλίου 1999 [COM(1999) 348 τελικό], η πεμπτουσία της διατάξεως αυτής είναι ότι η απαίτηση «γραπτής συμφωνίας» ή προφορικής συμφωνίας που επιβεβαιώνεται «γραπτά» δεν πρέπει να θέτει υπό αμφισβήτηση το κύρος ρήτρας επιλογής δικαστηρίου που συνήφθη σε μέσο άλλο εκτός από γραπτό, αλλά το περιεχόμενο της οποίας είναι προσβάσιμο μέσω οθόνης. Η διάταξη αυτή αποσκοπεί, επομένως, στην εξομοίωση ορισμένων μορφών ηλεκτρονικής διαβιβάσεως προς τον γραπτό τύπο, ούτως ώστε να απλουστευθεί η σύναψη συμβάσεων διά του διαδικτύου, δεδομένου ότι η διαβίβαση των οικείων πληροφοριών πραγματοποιείται εξίσου εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι προσβάσιμες μέσω οθόνης. Προκειμένου να μπορεί η ηλεκτρονική διαβίβαση να προσφέρει τα ίδια εχέγγυα, μεταξύ άλλων ως προς την απόδειξη, αρκεί να είναι «εφικτή» η αποθήκευση και η εκτύπωση των πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως.
      Είναι βεβαίως αληθές ότι, ερμηνεύοντας το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις (ΕΕ L 144, σ. 19), δυνάμει του οποίου ο καταναλωτής πρέπει να «λαμβάνει» ορισμένες πληροφορίες «με έγγραφα ή άλλο μόνιμο υπόθεμα», το Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 51 της αποφάσεως Content Services (C‑49/11, EU:C:2012:419), ότι εμπορική πρακτική με την οποία καθίσταται δυνατή η πρόσβαση του καταναλωτή σε πληροφορίες μόνον μέσω υπερσυνδέσμου περιλαμβανόμενου σε ιστοσελίδα δεν πληροί τις απαιτήσεις της εν λόγω διατάξεως, καθόσον οι πληροφορίες αυτές ούτε έχουν «δοθεί» από την οικεία επιχείρηση ούτε έχουν «ληφθεί» από τον καταναλωτή κατά την έννοια της ίδιας διατάξεως, και καθόσον μια τέτοια ιστοσελίδα δεν μπορεί να θεωρηθεί «μόνιμο υπόθεμα» κατά την έννοια του προμνησθέντος άρθρου 5, παράγραφος 1. Εντούτοις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ως άνω ερμηνεία δεν είναι δυνατόν να τύχει εφαρμογής ως προς το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I, καθότι τόσο το γράμμα του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 97/7, το οποίο ρητώς απαιτεί διαβίβαση των πληροφοριών στον καταναλωτή μέσω μονίμου υποθέματος, όσο και ο σκοπός της διατάξεως αυτής, ο οποίος άπτεται ειδικότερα της προστασίας των καταναλωτών, διαφέρουν από εκείνους του άρθρου 23, παράγραφος 2. 
        Στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν αμφισβητείται ότι η μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ» καθιστά δυνατή την εκτύπωση και την αποθήκευση του κειμένου των κρίσιμων γενικών όρων πριν από τη σύναψη της συμβάσεως. Ως εκ τούτου, η περίσταση ότι η περιέχουσα τους όρους αυτούς ιστοσελίδα δεν εμφανίζεται αυτομάτως με την εγγραφή στην ιστοσελίδα και με κάθε αγορά δεν είναι δυνατόν να θέσει εν αμφιβόλω το κύρος της συμφωνίας διεθνούς δικαιοδοσίας. Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθεισών σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού Βρυξέλλες I έχει την έννοια ότι η μέθοδος αποδοχής μέσω ενός «κλικ» των περιεχόντων συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας γενικών όρων μιας συμβάσεως πωλήσεως, όπως η διά του διαδικτύου συναφθείσα επίμαχη σύμβαση στην κύρια δίκη, συνιστά διαβίβαση διά της ηλεκτρονικής οδού που επιτρέπει μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εφόσον η μέθοδος αυτή καθιστά εφικτή την εκτύπωση και την αποθήκευση του κειμένου των ανωτέρω όρων πριν από τη σύναψη της συμβάσεως.