Εφαρμογή των διατάξεων περί τύπου στα ιστολόγια
Τείνει να παγιώνεται η νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων στη Χώρα μας, η οποία δέχεται ότι οι διατάξεις περί τύπου δεν εφαρμόζονται σε αυτά. Η νομολογία αυτή δέχεται ειδικότερα, ότι δεν εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του ν. 1178/1981, όπως ισχύει, στα ιστολόγια (ΠΠρΠειρ 4980/2009, ΔiΜΕΕ 2010, 101 επ., με σχόλια Σ. Τάσση, ΠολΠρΘεσ 25552/2010, ΔiΜΕΕ 2010 515 επ.)
Ο λόγος για τον αποκλεισμό αυτό είναι ότι τα ιστολόγια δεν παρουσιάζουν την επιχειρηματική διάρθρωση ενός παραδοσιακού εντύπου ούτε έχουν ιεραρχική δομή οργανώσεως, ώστε να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις τους. Επίσης, σύμφωνα με τη νομολογία αυτή, δεν εφαρμόζονται στα ιστολόγια οι διατάξεις περί τύπου, διότι σκοπός τους δεν είναι η διάδοση πληροφοριών προς μαζική ενημέρωση, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας . Αναφέρεται, δε ότι το ιστολόγιο είναι διαδραστικό μέσο και για αυτό διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο Διαδίκτυο, διότι η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κύριο και τους δημοσιογράφους του μέσου ενημέρωσης, αλλά από όλους τους χρήστες του Διαδικτύου, οι οποίοι είναι αναγνώστες του ιστολογίου, καθώς και ότι ο κάτοχος – διαχειριστής κατά κανόνα δεν έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τους αναγνώστες του ιστολογίου και να αποφασίζει ποιοι από αυτούς επιτρέπεται να ανακοινώνουν τα σχόλιά τους σε αυτό.
Οι συνέπειες από τη νομολογία αυτή είναι πολλές. Καταρχήν, είναι θετικό ότι δεν εφαρμόζονται τα κατώτερα όρια αποζημιώσεως που προβλέπονται στο νόμο, οπότε σε περίπτωση επιδίκασης αποζημίωσης, αυτή θα καθορίζεται ελεύθερα από το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της εκάστοτε αγωγής αποζημίωσης. Ασφαλώς, θα ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν αναλογικά οι διατάξεις του ν. 1178/1981, οι οποίες αναφέρονται σε ημερήσιες εφημερίδες και περιοδικά (ή το άρθρο 4 παρ. 10 ν. 2328/1995 που αναφέρεται σε τηλεοπτικούς σταθμούς), στα ιστολόγια που είναι ένα νέο επικοινωνιακό μέσο.
Επίσης, δεν εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 681 Δ ΚΠολΔ για την εκδίκαση διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, αλλά η τακτική διαδικασία.
Περαιτέρω, τίθεται το ζήτημα αν εφαρμόζεται η νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων (ν. 2472/1997). Στη νομοθεσία μας δεν υπάρχει εξαίρεση για την επεξεργασία δεδομένων από δημοσιογράφους (βλ. σχετικ΄την απόφαση Satamedia του ΔικΕΕ) ώστε να εφαρμόζεται και για τους bloggers, με εξαίρεση τη διάταξη του άρθρου 7 ν. 2472/1997 περ. ζ΄ (Η επεξεργασία αφορά δεδομένα δημοσίων προσώπων, εφόσον αυτά συνδέονται με την άσκηση δημοσίου λειτουργήματος ή τη διαχείριση συμφερόντων τρίτων, και πραγματοποιείται αποκλειστικά για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος), η οποία έχει στενή εφαρμογή. Γενικώς, δηλ. επί των ιστολογίων βρίσκει πλήρη εφαρμογή ο ν. 2472/1997.
Τέλος, το κρισιμότερο ερώτημα είναι αν ισχύει η συνταγματική προστασία του τύπου. Γενικά γίνεται δεκτό ότι οι ηλεκτρονικές εκδόσεις του τύπου εμπίπτουν στη σχετική προστασία, ωστόσο αυτό δεν ισχύει για τα ιστολόγια (βλ. Ιγγλεζάκη, Ελευθερία έκφρασης και ανωνυμία στο Διαδίκτυο: το παράδειγμα των ιστολογίων, υπό δημοσίευση στο περιοδικό ΔiMEE). Ωστόσο, εν προκειμένω βρίσκει εφαρμογή η γενική διάταξη του άρθρου 14 του Συντάγματος για την ελευθερία της έκφρασης. Αναλογικά θα μπορούσαν, θεωρούμε, να εφαρμοστούν ορισμένες από τις ελευθερίες του τύπου, όπως προστασία πηγών, απαγόρευση λογοκρισίας κλπ.
Ελευθερία έκφρασης και ανωνυμία στο Διαδίκτυο: το παράδειγμα των ιστολογίων
Ιωάννης Δ. Ιγγλεζάκης
Επικ. Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ
Τα ιστολόγια συνιστούν ένα νέο μέσο για τη διάδοση απόψεων και ιδεών μέσω του Διαδικτύου, το οποίο έχει κατακτήσει το ενδιαφέρον των χρηστών και ανταγωνίζεται πλέον ισότιμα τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Ο λόγος είναι ότι καθιστούν δυνατή την έκφραση των απόψεων, εύκολα, γρήγορα, ανέξοδα και στο πλαίσιο ενός οικουμενικού καναλιού επικοινωνίας, όπως είναι το Διαδίκτυο.
Τα ιστολόγια είναι από μία από τις υπηρεσίες του συμμετοχικού Διαδικτύου, του Web 2.0, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης. Τα νέα αυτά μέσα χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τους πολίτες – υπηκόους καταπιεστικών κρατών για την ελεύθερη έκφραση των ιδεών, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και για το συντονισμό των διαδηλωτών στις πρόσφατες αραβικές εξεγέρσεις.
Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η αξιοποίηση των ιστολογίων, όπως και των μικροιστολογίων (microblogs) για τη διάδοση απόψεων και την ελεύθερη έκφραση των ιδεών αποτελεί κατάκτηση της κοινωνίας των πολιτών και για αυτό είναι χρήσιμο να τα μελετήσουμε και να διερευνήσουμε τα όρια της ελευθερίας έκφρασης και του ανώνυμου λόγου στο πλαίσιό τους.
Χρήστες των ιστολογίων είναι γενικά όσοι επιθυμούν να δημοσιεύσουν πληροφορίες ή εικόνες από την καθημερινή τους ζωή, έτσι ώστε το ιστολόγιο να χρησιμεύσει ως σημείο αναφοράς στο πλαίσιο των κοινωνικών τους επαφών, αλλά και ειδικοί σε διάφορους τομείς, όπως είναι η πολιτική, ο αθλητισμός, η πληροφορική, αλλά και η νομική επιστήμη κοκ. Σημαντική μερίδα ιστολογίων αφιερώνεται στον σχολιασμό της επικαιρότητας, αποτελώντας έτσι ένα εναλλακτικό μέσο ενημέρωσης. Οι κάτοχοι ιστολογίων (μπλόγκερς) τα οποία παρουσιάζουν ειδήσεις είναι συνήθως δημοσιογράφοι, αλλά μπορεί να είναι και ερασιτέχνες, για τους οποίους μπορούμε να πούμε ότι δρουν στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοσιογραφίας.
Το πλεονέκτημα που παρέχουν τα ιστολόγια είναι ότι επιτρέπουν την κατάθεση σχολίων των αναγνωστών επί των θέσεων που εκφράζει ο κάτοχός τους και την απάντηση του τελευταίου σε αυτά, έχουν δηλ. διαδραστικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με τον έντυπο τύπο, όπου δεν είναι δυνατή η άμεση επικοινωνία με το αναγνωστικό κοινό. Ακόμα, ο κάτοχος του ιστολογίου μπορεί να επέμβει ανά πάσα στιγμή και να διορθώσει ή να συμπληρώσει τις απόψεις που εκφράζει σε αυτό.
H ελευθερία έκφρασης που εξασφαλίζουν τα ιστολόγια στους κατόχους και τους επισκέπτες – χρήστες τους προστατεύεται συνταγματικά μέσα από ένα πλέγμα διατάξεων. Καταρχήν, η ελευθερία εκφράσεως κατοχυρώνεται στο άρθρο 14 § 1 Σ και στο άρθρο 10 § 1 ΕΣΔΑ. Η διάταξη του άρθρου 14 § 1 Σ αναφέρεται στην προφορική, γραπτή και δια του τύπου έκφραση και διάδοση των στοχασμών, ωστόσο, γίνεται δεκτό ότι η αναφορά αυτή είναι ενδεικτική. Ως εκ τούτου, στο προστατευτικό πεδίο της διάταξης αυτής εμπίπτει και η χρήση του Διαδικτύου, εν γένει.
Αντίστοιχα, το άρθρο 10 § 1 ΕΣΔΑ με πιο γενική διατύπωση ορίζει ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών χωρίς επέμβαση δημόσιων αρχών και πέρα από σύνορα. Η διάταξη αυτή συνοδεύεται, βεβαίως, από τη ρήτρα ότι περιορισμοί του δικαιώματος πρέπει να αποτελούν αναγκαία μέτρα σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Άλλες διατάξεις που κατοχυρώνουν την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης είναι το άρθρο 19 § 2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακηρύξεως για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο έχει εμπνεύσει πολλά συνταγματικά κείμενα ανά τον κόσμο και, αν και δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, αναδεικνύεται ως πρόσφορη νομική βάση σε διεθνές επίπεδο για την κατοχύρωση της ελευθερίας εκφράσεως στα ιστολόγια.
Αν αναλύσουμε ειδικότερα το περιεχόμενο του δικαιώματος στην ελευθερία της γνώμης γίνεται σαφές ότι βρίσκει πλήρη εφαρμογή στα ιστολόγια. Ειδικότερα, όπως γίνεται δεκτό, η ελευθερία της γνώμης περιλαμβάνει το δικαίωμα της διαμόρφωσης, κατοχής, έκφρασης, διάδοσης, αποσιώπησης και λήψης γνώμης, καλύπτει δε ιδέες, γεγονότα, μηνύματα, ειδήσεις, απόψεις με ιδεολογικό υπόβαθρο ή κερδοσκοπικό κίνητρο ή ακόμα και για ψυχαγωγία ή ικανοποίηση της περιέργειας του αποδέκτη. Επομένως, το δικαίωμα προστατεύει κάθε είδους μήνυμα που μεταδίδεται στο Διαδίκτυο και ειδικότερα, τις δημοσιεύσεις στα πάσης φύσεως ιστολόγια.
Επιπλέον, η ελευθερία εκφράσεως καλύπτει τόσο τις προσωπικές απόψεις πολιτικού, κοινωνικού, φιλοσοφικού ή ιδεολογικού χαρακτήρα, όσο και τη μετάδοση πληροφοριών και στατιστικών στοιχείων, στα οποία μπορεί να βασισθεί η διαμόρφωση γνώμης κοκ. Επομένως, δεν πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στις πληροφορίες που δημοσιεύονται στα ιστολόγια και να αποκλείονται από τη συνταγματική προστασία οι απλές πληροφορίες που δεν εμπεριέχουν αξιολογικές κρίσεις.
Η ελευθερία εκφράσεως στα ιστολόγια περιλαμβάνει, ειδικότερα, τη δυνατότητα των κατόχων των ιστολογίων με τις αναρτήσεις τους και των επισκεπτών με τα σχόλια επί αυτών, να εκφράζουν τη γνώμη τους ακόμα και με προκλητική διατύπωση. Η διατύπωση της γνώμης θα πρέπει να μην έχει δυσμενείς συνέπειες και να μην περιορίζεται από την υποχρέωση λ.χ. να μη διατυπώνονται αιρετικές απόψεις σε θρησκευτικά θέματα ή ακραίες πολιτικές απόψεις.
Βεβαίως, η ελευθερία έκφρασης σύμφωνα με το Σύνταγμα υπόκειται στην επιφύλαξη του νόμου. Το εν λόγω δικαίωμα δεν περιλαμβάνει την ελευθερία εξυβρίσεως ή συκοφαντικής δυσφημήσεως τρίτων προσώπων. Έχει νομολογηθεί δε ότι η τιμώρηση των εγκλημάτων κατά τιμής, ακόμα και όταν διαπράττονται στο Διαδίκτυο, συνιστά θεμιτό περιορισμό της ελευθερίας της γνώμης. Σχετικά βρίσκει εφαρμογή όμως η διάταξη του άρθρου 367 § 1 ΠΚ που ορίζει ότι δεν αποτελούν άδικη πράξη οι δυσμενείς κρίσεις και εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον. Συνακόλουθα, ο κάτοχος ιστολογίου έχει τη δυνατότητα να προβεί σε δυσμενείς κρίσεις προκειμένου να γνωστοποιήσει στους χρήστες του Διαδικτύου ένα σημαντικό γεγονός που αφορά την κοινή γνώμη δίχως τις κυρώσεις του νόμου.
Ιδίως όσον αφορά τα δημόσια πρόσωπα, γίνεται δεκτό ότι τα όρια της αποδεκτής κριτικής είναι ευρύτερα από ό,τι σε σχέση με έναν απλό ιδιώτη, καθώς το δημόσιο πρόσωπο εκτίθεται αναπόφευκτα στον έλεγχο των πράξεων του. Μάλιστα, η ελληνική έννομη τάξη αναγνωρίζει ότι το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον μπορεί να οδηγήσει στην αποκάλυψη ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων όταν η επεξεργασία αφορά δεδομένα δημοσίων προσώπων που συνδέονται όμως με την άσκηση δημοσίου λειτουργήματος. Αυτό προβλέπεται ειδικότερα ως εξαίρεση από τον κανόνα της απαγόρευσης της επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων στο ν. 2472/1997.
Αμφισβητήσεις προκαλεί ωστόσο το ζήτημα του ελέγχου των σχολίων επί των δημοσιεύσεων των ιστολογίων. Βασικό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η δυνατότητα αμφίδρομης επικοινωνίας που παρέχουν με τους χρήστες, οι οποίοι μπορεί να διατυπώνουν σχόλια στις αναρτήσεις, εφόσον δεν έχει αποκλεισθεί η δυνατότητα σχολιασμού από τον κάτοχο του ιστολογίου. Υποστηρίζεται ότι δεν μπορεί να επιβληθεί στον διαχειριστή του ιστολογίου η υποχρέωση αφαιρέσεως σχολίων με υβριστικό ή συκοφαντικό περιεχόμενο, διότι τούτο είναι πρακτικά ανέφικτο, ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του πδ 131/2003 για το ηλεκτρονικό εμπόριο, η υποχρέωση αυτή του διαχειριστή υφίσταται όταν γνωρίζει ότι ένα σχόλιο έχει τέτοιο περιεχόμενο, ενώ εάν δεν το γνωρίζει, οφείλει, μόλις λάβει γνώση ή ειδοποιηθεί από τον θιγόμενο, να το αφαιρέσει άμεσα.
Η ελευθερία της έκφρασης συνδέεται και με το δικαίωμα πληροφόρησης στην παθητική του διάσταση, η οποία προϋποθέτει τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης. Το δικαίωμα στην πληροφόρηση προστατεύεται άλλωστε δυνάμει του άρθρου 5 Α § 1 Σ, το οποίο αποκλείει απαγορεύσεις στην πρόσβαση στο Διαδίκτυο και σε πηγές ενημέρωσης, όπως είναι τα ιστολόγια. Αντίστοιχα, η ελευθερία της δημιουργίας ιστολογίου προστατεύεται συνταγματικά βάσει της διάταξης του άρθρου 5 Α § 2 Σ που κατοχυρώνει το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας.
Ιδιαίτερα ζητήματα προκαλεί η ανωνυμία στην περίπτωση των ιστολογίων. Γενικά, η ανωνυμία στο Διαδίκτυο είναι δικαίωμα που απορρέει από την ιδιωτικότητα, η οποία προστατεύεται αποτελεσματικά όταν δεν αποκαλύπτονται τα προσωπικά στοιχεία των χρηστών υπηρεσιών του Διαδικτύου. Η ανώνυμη έκφραση, όπως και η χρήση ψευδωνύμου, είναι επίσης συνιστώσα της ελευθερίας εκφράσεως και χρησιμοποιείται κατά κόρον στα πλαίσια της δημοσιογραφίας.
Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι, γενικά, η ανωνυμία στο Διαδίκτυο μπορεί να οδηγήσει και σε παραβίαση δικαιωμάτων τρίτων προσώπων, ιδίως της ιδιωτικότητάς τους, όταν γίνεται κατάχρηση της ανωνυμίας με σκοπό τη δυσφήμηση ή παραβίαση της ιδιωτικής σφαίρας κοκ. Σχετικά, το ΕΔΑΔ έκρινε στην υπόθεση Κ.U. κατά Φινλανδίας ότι το κράτος είχε παραβιάσει την υποχρέωσή του να προστατεύσει το δικαίωμα προστασίας του ιδιωτικού βίου (άρθρο 8 ΕΣΔΑ) ενός παιδιού, καθ’ ότι δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα για τον εντοπισμό των ηλεκτρονικών ιχνών των δραστών που εν αγνοία του δημοσίευσαν μία διαφήμιση σεξουαλικής φύσεως σε ιστοσελίδα γνωριμιών και πιο συγκεκριμένα, διότι η ισχύουσα νομοθεσία απαγόρευε την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για το συγκεκριμένο αδίκημα.
Ζήτημα ανακύπτει επομένως όσον αφορά την επικείμενη νομοθέτηση της υποχρεωτικής δήλωσης των στοιχείων των υπευθύνων των ιστολογίων στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Ο στόχος της ρύθμισης αυτής είναι να δίδεται η δυνατότητα στους θιγόμενους από αναρτήσεις σε ιστολόγια να προσφεύγουν στο ΕΣΡ προκειμένου να πληροφορηθούν την ταυτότητα του διαχειριστή του ιστολογίου και να στραφούν στη συνέχεια εναντίον του ασκώντας τις σχετικές αξιώσεις.
Αντίστοιχη υποχρέωση του ιδιοκτήτη εφημερίδας ή περιοδικού να ορίζει εκδότη ή διευθυντή, τα στοιχεία των οποίων αναγράφονται στο φύλλο του εντύπου, υφίσταται με βάση τη νομοθεσία περί τύπου (άρθρο μόνο § 3 ν. 1178/1981). Επομένως, η νομοθετική κατοχύρωση της υποχρέωσης «επωνυμοποίησης» των ιστολογίων, εφόσον αυτά έχουν καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα, δεν είναι ξένη με το νομικό μας σύστημα. Ήδη δε έχει αρθεί νομοθετικά η δυνατότητα ανώνυμης χρήσης των κινητών τηλεφώνων και τούτο με σκοπό τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας και την προστασία της δημόσιας τάξης από αξιόποινες πράξεις.
Το ζήτημα που τίθεται είναι αν η υποχρέωση αποκάλυψης της ταυτότητας των διαχειριστών των ιστολογίων συνιστά υπέρμετρο περιορισμό της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας της έκφρασης. Κατά την άποψή μας, τούτο δεν συμβαίνει, κατά πρώτον, διότι η προκειμένη ρύθμιση δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, όπως είναι η προστασία των δικαιωμάτων των θιγόμενων από δυσφημιστικές αναρτήσεις σε ιστολόγια, λαμβανόμενης υπόψη και της νομολογίας του ΕΔΑΔ, στην οποία έγινε προηγουμένως αναφορά, κατά δεύτερον δε διότι δεν παραβιάζεται ο πυρήνας του δικαιώματος, εφόσον δεν επηρεάζεται η ελευθερία έκφρασης, και κατά τρίτον, διότι δεν θίγεται ούτε και η αρχή της αναλογικότητας, καθ’ όσον ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα, ηπιότερα μέσα.
Θεωρούμε, ωστόσο, ότι δεν είναι αναγκαία η αναγραφή των στοιχείων των συντακτών των αναρτήσεων, ούτε και των χρηστών που αναγράφουν σχόλια, και ως εκ τούτου, η επιβαλλόμενη υποχρέωση δεν μπορεί να αφορά και αυτά τα πρόσωπα, πέρα από τον διαχειριστή του ιστολογίου. Επομένως, ως προς αυτούς μπορεί να διατηρηθεί περαιτέρω η ανωνυμία.
Άλλης τάξεως θέμα είναι το ότι η ρύθμιση είναι πρακτικά ανεφάρμοστη. Δεδομένου ότι η φιλοξενία των ιστολογίων παρέχεται από παρόχους που βρίσκονται στο εξωτερικό, όπως είναι η Google, που έχει έδρα την Καλιφόρνια, δεν θα έχει ισχύ ο νόμος επί των παρόχων, ενώ επιπλέον, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί ο κάτοχος ιστολογίου να συμμορφωθεί με την υποχρέωση αποκάλυψης της ταυτότητάς του, διότι δεν επιτρέπεται άρση απορρήτου επί παραβιάσεως της υποχρέωσης αυτής. Τούτο επιτείνεται από το γεγονός ότι στο Διαδίκτυο μπορεί κανείς να αποκρύψει τα ηλεκτρονικά του ίχνη κάνοντας χρήση υπηρεσιών ανωνυμοποίησης. Μία εναλλακτική λύση θα ήταν η υιοθέτηση ενός κώδικα δεντολογίας που θα προβλέπει την αναφορά του ονόματος του διαχειριστή σε κάθε ενημερωτικό ιστολόγιο, ωστόσο, δεν έχει αναληφθεί μία τέτοια προσπάθεια και θα ήταν μάλλον ανεδαφική ενόψει του πλήθους των ιστολογίων που ευδοκιμούν στην ελληνική μπλογκόσφαιρα.
Νέα σημαντική απόφαση για τα ιστολόγια
Με την υπ’ αριθ. 25.552/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (Εισηγήτρια η Αθ. Κυτρίδου) κρίθηκε σχετικά με τη φύση των ιστολογίων ότι δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία περί τύπου (ν. 1178/1981) στα ιστολόγια, για τον διαχειριστή και κάτοχο του ιστολογίου, δεν βρίσκει δηλ. αναλογική εφαρμογή η νομοθεσία αυτή και τούτο, διότι ο σκοπός των ιστολογίων δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας.
Αξίζει να γίνει αναφορά στο σκεπτικό της απόφασης, η οποία αναφέρει τα εξής για τα ιστολόγια:
“Τα ιστολόγια (blogs) είναι διαδικτυακά ημερολόγια που περιλαμβάνουν υπερζεύξεις (hyperlinks) και καταχωρήσεις απόψεων. Οι καταχωρήσεις σε ένα διαδικτυακό ημερολόγιο εμφανίζονται κατά χρονολογική σειρά, με τις πιο πρόσφατες προσθήκες να παρουσιάζονται πρώτες. Τα διαδικτυακά ημερολόγια έχουν ως “βασική μονάδα” τους τις καταχωρήσεις και όχι τις εκάστοτε “σελίδες” (pages), όπως συμβαίνει με τους παραδοσιακούς ιστοτόπους (webpages). Ο κάτοχος – διαχειριστής του διαδικτυακού ημερολογίου (blogger), ο οποίος λόγω του εξειδικευμένου λογισμικού τους δεν είναι ανάγκη να διαθέτει ιδιαίτερο τεχνικό υπόβαθρο για να το ενημερώνει ή να το διατηρεί, καταγράφει, ανακοινώνει και καταθέτει τις απόψεις του για διάφορα ζητήματα που τον απασχολούν και που αυτός επιλέγιε, ενώ τα ιστολόγια είναι δυνατό να συνδέονται με άλλους ιστότοπους, ιστοσελίδες και άλλα blogs και πολλά επιτρέπουν στους αναγνώστες τους, ανταποκρινόμενοι στα ερεθίσματα που λαμβάνουν από την αναγνώριση των απόψεων του κατόχου – διαχειριστή του ιστολογίου, να απαντήσουν στις απόψεις του γράφοντος, ανακοινώνοντας στο ίδιο ιστολόγιο τα δικά τους σχόλια, τα οποία είναι επίσης αναγνώσιμα καθώς και να σχολιάσουν την αρχική θέση του κατόχου – διαχειριστή. έτσι, με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται οι συζητήσεις και ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του κατόχου και των αναγνωστών. Τα ιστολόγια τα συντηρούν οι χρήστες τους, οποίες ονομάζονται bloggers, και σε αυτά μπορεί να παρουσιάζουν την προσωπική τους εμπειρία και άποψη για γεγονότα που τους απασχολούν, ως μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, να μοιράζονται τεχνογνωσία σχετικά με διάφορα θέματα και να συμμετέχουν ή να εκκινούν συζητήσεις για πολυποίκιλα θέματα. Στη συνείδηση των χρηστών του Διαδικτύου τα ιστολόγια έχουν τη θέση του μέσου, όπου η ελευθερία της έκφρασης εφαρμόζεται στην απόλυτη μορφή της. Επομένως, το ιστολόγιο είναι διαδραστικό μέσο και στο σημείο αυτό διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο διαδίκτυο, διότι η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κύριο και τους δημοσιογράφους του μέσου ενημέρωσης, αλλά από όλους τους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι είναι αναγνώστες του ιστολογίου. Ο κάτοχος – διαχειριστής κατά κανόνα δεν έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τους αναγνώστες του ιστολογίου του ούτε και να αποφασίζει εάν και ποιοι από αυτούς επιτρέπεται να ανακοινώνουν τα δικά τους σχόλια σε αυτό, δεδομένου ότι η δυνατότητα αυτή εξαρτάται από το εκάστοτε λογισμικό που χρησιμοποιείται για το κάθε ιστολόγιο και έτσι η επέμβαση του είναι συνήθως κατασταλτική. Εξάλλου, το ενδεχόμενο ο κάτοχος – διαχειριστής να προβαίνει σε “προληπτική” επιλογή των χρηστών που θα προβούν σε καταχωρήσεις στο blog του καθώς και του περιεχομένυο των σχολίων τους, θα οδηγούσε σε μία μορφή λογοκρισίας, θα αναιρούσε την ανωτέρω αναφερθείσα κεντρική ουσία των ιστολογίων ως χώρων ελεύθερης ανάπτυξης και ανταλλαγής ιδεών από τον κάτοχο – διαχειριστή τους χωρίς τη δυνατότητα της διαδραστικής ανάπτυξης που ενέχει η λειτουργία τους. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που με τη χρήση στοιχείων πρόσβασης ο κάτοχος – διαχειριστής του blog δύναται να επιλέξει ποιοι από τους αναγνώστες επιτρέπεται να ανακοινώσουν τα δικά τους σχόλια στο ιστολόγιό του, δεν είναι πάντα σε θέση να ελέγξει το αληθές ή όχι των χορηγούμενων από τον εκάστοτε αναγνώστη προσωπικών του δεδομένων, αφού είναι πολύ πιθανό ο αναγνώστης, ασκώντας ουσιαστικά το δικαίωμα της ανωνυμίας του, να μην χρησιμοποιεί το πραγματικό του όνομα, αλλά ένα ψευδώνυμο, με αποτέλεσμα η αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας αυτού να καθίσταται δυσχερέστατη και δυνατή μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω, ο σκοπός της δημιουργίας και ο προορισμός της λειτουργίας των blogs και ιδίως μάλιστα όσων δεν έχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο, δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, στοιχείο απαραίτητο – κατά τα προαναφερόμενα – για το χαρακτηρισμό ενός εντύπου (γραπτού ή ηλεκτρονικού) ως τύπου, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας και με τη χρήση ενός μέσου, που λόγω της φύσεώς του έχει μεν πράγματι ως άμεσο και αναγκαίο επακόλουθο να καθίσταται το περιεχόμενο των κειμένων τους προσβάσιμο σε απεριόριστο αριθμό ατόμων, δίχως όμως αυτό να αποτελεί τον αυτοσκοπό του διαχειριστή και κατόχου τους καθώς και των αναγνωστών τους. Επομένως, (…) κριτήριο για την εφαρμογή του περί τύπου διατάξεων και στα κείμενα που αναρτώνται στα διαδικτυακά ημερολόγια δεν είναι μόνο το αντικειμενικό γεγονός ότι το κείμενο αυτό έχει παραχθεί με μηχανική ή φυσικομηχανική ή ηλεκτρονική διαδικασία, κατάλληλη για την παραγωγή σημαντικού αριθμού αντιτύπων, αλλά θα πρέπει παράλληλα και η κατά προορισμό χρήση του να είναι η διάδοση, γεγονός που κατά κανόνα δεν συντρέχει στα διαδικτυακά ημερολόγια.”
Με βάση τα όσα έκρινε η απόφαση, δεν υπεισήλθε στην ουσία της υπόθεσης, η αφορούσε την προσβολή προσωπικότητας του ενάγοντος από δυσφημιστικό κείμενο που δημοσιεύθηκε σε ελληνικό blog, αλλά παρέπεμψε τη συζήτηση της υπόθεσης στην τακτική διαδικασία.
Νομικοί προβληματισμοί σχετικά με τα ιστολόγια
Τα ιστολόγια είναι ένα νέο μέσο επικοινωνίας που έχει αναπτύξει ιδιαίτερη δυναμική και έχει κατακτήσει το ενδιαφέρον των χρηστών του Διαδικτύου, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με αποτέλεσμα να συνιστά ένα ιδιαίτερο κοινωνικό φαινόμενο. Ο λόγος για τη διάδοση αυτή της τεχνολογίας των ιστολογίων είναι ότι αυτά καθιστούν δυνατή την έκφραση των απόψεων των χρηστών, εύκολα, γρήγορα, ανέξοδα και στο πλαίσιο ενός οικουμενικού μέσου, όπως είναι το Διαδίκτυο.
Ωστόσο, προβλήματα δημιουργεί το γεγονός ότι η δημοσίευση απόψεων και η παράθεση σχολίων στα ιστολόγια ανώνυμα ή με ψευδώνυμο, αν και ορισμένοι χρήστες του Διαδικτύου επιλέγουν να γράφουν επώνυμα τις απόψεις τους. Ακριβώς αυτή η ευχέρεια διατύπωσης απόψεων και η ανωνυμία σηματοδοτούν την αρνητική πλευρά των ιστολογίων που συνίσταται στη δυνατότητα δυσφήμησης και παράθεσης αναληθών ή αβάσιμων γεγονότων, υπό το κάλυμμα της ανωνυμίας. Παραπέρα, η δημοσίευση απόρρητων πληροφοριών ή η παραβίαση των προσωπικών δεδομένων συνιστά σημαντικό κίνδυνο, όπως και η παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων με την αναδημοσίευση κειμένων δίχως την άδεια του δημιουργού ή δικαιούχου κοκ.
Τα ιστολόγια που συνιστούν ηλεκτρονικά ημερολόγια των κατόχων τους και στα οποία εκτίθενται πραγματικά γεγονότα και λεπτομέρειες που αφορούν την προσωπική τους ζωή εμπεριέχουν σαφώς προσωπικά δεδομένα και υπόκεινται στο ν. 2472/1997. Έτσι, μπορεί να ανακύψουν προβλήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων και να επιβληθούν κυρώσεις στους παραβάτες της σχετικής νομοθεσίας (βλ. cnil.fr).
Επίσης, είναι δυνατή η παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν αναδημοσιεύονται κείμενα, εικόνες, οπτικοακουστικό υλικό (αποσπάσματα βίντεο κλπ.) χωρίς άδεια των δημιουργών ή δικαιούχων. Οι κάτοχοι των ιστολογίων δεν συνειδητοποιούν το γεγονός ότι πρέπει να λαμβάνουν άδεια για αναδημοσίευση ή να χρησιμοποιούν υλικό που υπόκειται σε άδειες όπως είναι οι άδειες creative commons.
Είναι, ακόμα, δυνατό η δημοσίευση προσωπικών απόψεων από εργαζόμενους σχετικά με θέματα που αφορούν τη λειτουργία μιας επιχείρησης να αποτέλεσει και λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας (βλ. Mercado-Kierkegaard, CLSR, Wright).
Τέλος, το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η προσβολή της προσωπικότητας δημοσίων, κυρίως, προσώπων μέσω δημοσιευμάτων σε ιστολόγια ειδησεογραφικού χαρακτήρα (βλ. και elawyer). Επισημαίνεται ότι τα αδικήματα της δυσφήμισης ή εξύβρισης θα χαρακτηρίζονται ως τελούμενα δια του τύπου, όταν ο χαρακτήρας του ιστολογίου είναι ειδησεογραφικός. Για την περίπτωση δε που οι επισκέπτες του ιστολογίου διατυπώνουν σχόλια που είναι συκοφαντικά κατά τρίτων προσώπων, θα μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη του ο κάτοχος του ιστολογίου, σύμφωνα το άρθρο 13 του π.δ. 131/2003, εφόσον όμως δεν γνωρίζει τα σχόλια ή δεν τα απομακρύνει όταν ειδοποιηθεί.