ΕφΑθ 1143/2016 – Προσβολή προσωπικότητας λόγω δημοσιεύματος σε ιστολόγιο

Αγωγή κατά κατόχου και διαχειριστή ειδησεογραφικού ιστολογίου, ο οποίος δημοσίευσε άρθρα-δημοσιεύματα, που συνέταξε ο ίδιος, τα οποία θίγουν την προσωπικότητά του ενάγοντα πλήττοντας την προσωπική τιμή και υπόληψή του καθόσον διαλαμβάνονται σʼ αυτά ψευδείς, συκοφαντικοί και υβριστικοί ισχυρισμοί εν γνώσει της αναλήθειας εκ μέρους του εναγομένου με σκοπό την τρώση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελματικής του υπόστασης και των οποίων έλαβε γνώση μεγάλος και μη δυνάμενος να προσδιοριστεί αριθμός χρηστών του διαδικτύου. Ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι για την εκδίκαση της αγωγής με περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβανόταν η επίκληση ότι το επίδικο ιστολόγιο είναι ειδησεογραφικό και οι επίδικες αναρτήσεις δεν έγιναν λόγω διαδραστικής επικοινωνίας αλλά προς σκοπό ενημερώσεως μεγάλου και μη δυνάμενου να προσδιοριστεί αριθμού χρηστών του διαδικτύου, εφαρμοστέα ήταν η διαδικασία των διαφορών που αφορούν προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 681 Δ’ ΚΠολΔ). Αοριστίας αγωγής κατά το μέρος που επιχειρείται να θεμελιωθεί αξίωση για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς δεν αναφέρεται ειδικότερα σε αυτήν ποια είναι τα δεδομένα αυτά και σε ποια επεξεργασία υπεβλήθησαν από τον εναγόμενο προκειμένου να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων που τηρεί αυτός. 




Αριθμός Απόφασης 1143/2016
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 15ο
 (…)

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, με την κρινόμενη από 18-10-2011 (αρ. εκθκαταθδικογρ. 173311/9762/2011) αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος – εφεσίβλητου, ισχυρίστηκε ότι ο εναγόμενος με την ιδιότητα του κατόχου και διαχειριστή του αναφερόμενου στην αγωγή ειδησεογραφικού ιστολογίου, δημοσίευσε κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ημερομηνίες τα αναφερόμενα στην αγωγή άρθρα – δημοσιεύματα, που συνέταξε ο ίδιος, τα οποία θίγουν την προσωπικότητά του πλήττοντας την προσωπική τιμή και υπόληψή του καθόσον διαλαμβάνονται σʼ αυτά οι ειδικότερα αναφερόμενοι ψευδείς, συκοφαντικοί και υβριστικοί ισχυρισμοί εν γνώσει της αναλήθειας εκ μέρους του εναγομένου με σκοπό την τρώση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελματικής του υπόστασης και των οποίων έλαβε γνώση μεγάλος και μη δυνάμενος να προσδιοριστεί αριθμός χρηστών του διαδικτύου. Ότι περαιτέρω με την ενέργειά του αυτή προέβη στην επεξεργασία προσωπικών του δεδομένων, καθιστώντας αυτά προσιτά στο αναγνωστικό κοινό του ιστολογίου. Με το ιστορικό αυτό, ζήτησε, μετά από νόμιμο μερικό περιορισμό του αιτήματος του, τόσο με τις έγγραφες προτάσεις του, όσο και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά: α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει το ποσό των 50.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από τις άδικες πράξεις του με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με την απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε ημέρα καθυστέρησης, να άρει την σε βάρος του προσβολή και να παραλείψει στο μέλλον τη δημοσίευση των πληροφοριών που διέδωσε και ανήρτησε με τα επιλήψιμα δημοσιεύματα, καθώς και κάθε νέα δημοσίευση, γ) να απαγγελθεί κατά του εναγομένου προσωπική κράτηση λόγω της αδικοπραξίας του, δ) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και ε) να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων με τη διαδικασία του άρθρου 681Δ του ΚΠολΔ έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή κατά τη βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις περί προσβολής της προσωπικότητας, ενώ απέρριψε ως αόριστη τη βάση αυτής που θεμελιώνεται στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το παρεπόμενο αίτημα να άρει ο εναγόμενος την προσβολή και στη συνέχεια δέχθηκε κατά ένα μέρος αυτή ως ουσιαστικά βάσιμη, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 15.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και περαιτέρω υποχρέωσε τον εναγόμενο με την απειλή χρηματικής ποινής 1.000 ευρώ και προσωπική κράτηση τριών μηνών να παραλείπει την ίδια προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος στο μέλλον. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις, για τους περιεχόμενους σʼ αυτές λόγους, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε κατά μεν τον εναγόμενο να απορριφθεί στο σύνολό της η αγωγή, κατά δε τον ενάγοντα να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της.
Με το άρθρο 681Δ ΚΠολΔ καθιερώνεται ειδική διαδικασία εκδίκασης των διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. Ειδικότερα κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 671 παρ. 1-3, 672 και 673-676 ΚΠολΔ δικάζονται από το καθʼ ύλην αρμόδιο δικαστήριο όλες οι διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε διά του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων. Από την ευρύτητα της διατύπωσης της διάταξης του άρθρου 681Δ παρ. 1 ΚΠολΔσυνάγεται ότι στην εν λόγω ειδική διαδικασία υπάγονται όλες οι αγωγές που αποσκοπούν στην αποκατάσταση κάθε περιουσιακής ζημίας ή στην ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, καθώς και οι κάθε μορφής αξιώσεις προστασίας των προσώπων, των οποίων η περιουσία ή η προσωπικότητα προσεβλήθη από δημοσίευμα ή τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπομπή του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου, ασχέτως της ιδιότητας του εναγομένου, ο οποίος, καθώς ο νόμος δεν διακρίνει, μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η συμπεριφορά προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος (ΑΠ 1900/2006, ΧρΙΔ 2007/433). Η προαναφερόμενη διάταξη καθώς και αυτή του άρθρου μόνου παρ. 1 του ν. 1178/1981 “περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων”, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2243/1994, εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων ή άλλων ιστοτόπων που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών δεδομένου ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προσβολές της προσωπικότητας μέσω του έντυπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού και η διαδικτυακή πληροφόρηση δεν διαφέρει ως προς τα ουσιώδη στοιχεία της από εκείνη που παρέχεται από τον ηλεκτρονικό τύπο, ιδίως δε ως προς τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά της που οδήγησαν τον νομοθέτη στην καθιέρωση ειδικής διαδικασίας για την εκδίκαση των διαφορών που ανακύπτουν από την λειτουργία τους, ήτοι την εμβέλεια δράσης του, που μάλιστα στο διαδίκτυο είναι παγκόσμια, και συνακόλουθα του αριθμού των αποδεκτών όσων διά αυτού διαδίδονται, που μεγεθύνει την προσβολή εκείνου που θίγεται από τη διάδοση συκοφαντικών, δυσφημιστικών ή εξυβριστικών ισχυρισμών (βλ. ΑΠ 1596/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 3071/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 220/2013 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ. 36/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ680/2009 σε ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΑΘ 8962/2006 σε ΤΝΠ Νόμος). Η άποψη ότι ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης για τους ιστοτόπους η προσήκουσα διαδικασία είναι όχι η ανωτέρω διαδικασία που καθιερώνεται με τη διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ αλλά η τακτική διαδικασία, παραβλέπει το σύνολο των ιστολογιών που έχουν ειδησεογραφικό/ενημερωτικό περιεχόμενο μη αρκούμενα εκ του σκοπού τους μόνο σε ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων μέσω διαδραστικής επικοινωνίας των χρηστών τους, κυρίως όμως παραβλέπει την αναγκαιότητα ταχείας εκδικάσεως των αναφυουσών διαφορών, σκοπό δηλαδή που επιτελεί η διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ της οποίας η καθιέρωση αποβλέπει στην ταχεία περάτωση των δικών και την επίτευξη οικονομίας χρόνου και δαπάνης, λόγω της φύσης των εν λόγω διαφορών και του κινδύνου συχνότητας αυτών, ανάγκη δηλαδή που εξυπηρετεί καταλληλότερα η ανωτέρω διάταξη (βλ. και Βαθρακοκοίλη ερμηνεία στο άρθρο 681Δ παρ. 2). Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε ότι για την εκδίκαση της κρινόμενης αγωγής με το προαναφερόμενο περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβανόταν η επίκληση ότι το επίδικο ιστολόγιο είναι ειδησεογραφικό και οι επίδικες αναρτήσεις δεν έγιναν λόγω διαδραστικής επικοινωνίας αλλά προς σκοπό ενημερώσεως μεγάλου και μη δυνάμενου να προσδιοριστεί αριθμού χρηστών του διαδικτύου, εφαρμοστέα ήταν η διαδικασία των διαφορών που αφορούν προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 681 Δ’ ΚΠολΔ) δεν έσφαλε και όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών – εναγόμενος με τον πρώτο λόγο της έφεσής του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Άλλωστε η εκδίκαση της υποθέσεως με εσφαλμένη διαδικασία δεν παρέχει μόνη αυτή δικαίωμα εφέσεως, εκτός αν συνδέεται με επίκληση βλάβης ή αναρμοδιότητα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση ο παραπάνω λόγος της κρινόμενης έφεσης του εναγομένου με τον οποίο ο τελευταίος παραπονείται για εσφαλμένη σχετική κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αλυσιτελώς προτείνεται εφόσον δεν ισχυρίζεται επιπροσθέτως ότι υπέστη κάποια βλάβη και συνεπώς ο λόγος αυτός της έφεσής του πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και με την πρόσθετη αυτή αιτιολογία (βλ. ομοίως ΕφΑθ 1747/1988 Δίκη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 57 του ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 του ιδίου Κώδικα, στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου (57 του ΑΚ), το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη του προσβληθέντος. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις παραπάνω διατάξεις προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, ως τέτοια δε, με την ευρύτερη σημασία της λέξης, νοείται το πλέγμα εκείνο των αστάθμητων αξιών, που είναι συνδεδεμένες με το πρόσωπο αναπόσπαστα και, σύμφωνα με τις εκάστοτε κρατούσες αντιλήψεις, συνιστούν την ατομικότητα και μοναδικότητα του ανθρώπου ως εμψύχου, πνευματικού και κοινωνικού όντος, περιλαμβανόμενες στην έννοια της σωματικής, πνευματικής και ηθικής ύπαρξης του ανθρώπου και της ιδιωτικής του ζωής. Κυριότερες εκδηλώσεις της προσωπικότητας, οι οποίες συνιστούν και προστατευόμενα αγαθά, είναι η ζωή, η υγεία, η σωματική ακεραιότητα, η ελευθερία, καθώς και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην καλή αντίληψη, την εκτίμηση και την αξία που αποδίδεται σʼ αυτόν από τους άλλους (ΕΠειρ927/1997 Δνη 40.1412). Περαιτέρω, για τη θεμελίωση αξίωσης για άρση της προσβολής της προσωπικότητας, απαιτείται πράξη επαγόμενη μειωτική διαταραχή αυτής (προσωπικότητας) σε κάποια από τις ως άνω εκφάνσεις της, η οποία, όμως, πρέπει να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται ορισμένη έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να επέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως, η ψευδής καταμήνυση, η ψευδορκία μάρτυρα, η απλή ή συκοφαντική δυσφήμιση ή η εξύβριση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις του ΠΚ (ΑΠ 753/2011, ΑΠ 756/2010 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας με κάποια παράνομη ενέργεια, ο προσβληθείς δικαιούται να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη), η οποία, όμως, είναι αναγκαία όταν ζητείται η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, αφού η τελευταία προϋποθέτει πράξη επαγόμενη προσβολή προσωπικότητας, υπαίτια και παράνομη. Συνακόλουθα, για τη θεμελίωση αξίωσης προς αποζημίωση από μια πράξη που προσβάλλει την προσωπικότητα, απαιτείται, κατά την παρ. 2 του άρθρου 57 του ΑΚ, η συνδρομή των όρων της αδικοπραξίας (άρθρ. 914 επ. του ΑΚ). Εξάλλου, κατά το άρθρο 914 του ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 του ιδίου Κώδικα, σε περίπτωση αδικοπραξίας ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Στην έννοια της υπαιτιότητας (πταίσματος) περιλαμβάνονται, τόσο ο δόλος, που στο πεδίο εφαρμογής του Αστικού Δικαίου κρίνεται με ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 27 του ΠΚ, όσο και η αμέλεια. Αποκλείεται, συνεπώς, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εάν, είτε η πράξη δεν επάγεται προσβολή της προσωπικότητας, καίτοι τυχόν παράνομη, είτε είναι ανυπαίτια, είτε έλαβε χώρα κατʼ ενάσκηση νομίμου δικαιώματος προστατευμένου κατά προτίμηση έναντι εκείνου της προσωπικότητας και ως εκ τούτου δεν είναι παράνομη, εκτός εάν, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, η εν λόγω ενάσκηση δικαιώματος είναι καταχρηστική, ως αντικείμενη στα αντικειμενικά κριτήρια του άρθρου 281 του ΑΚ, υφίσταται δε και το στοιχείο της υπαιτιότητας (ΑΠ 753/2011 Α’ δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 391/2006 ΧρΙδ 2006.596). Περαιτέρω, προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να επέλθει και από την τέλεση της αξιόποινης πράξης της δυσφήμισης, απλής ή συκοφαντικής. Ειδικότερα, διατάξεις που προστατεύουν την τιμή και υπόληψη κάθε ανθρώπου είναι και εκείνες των άρθρων 362 έως και 367 του ΠΚ, οι οποίες για την ενότητα της έννομης τάξης, εφαρμόζονται αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. του ΑΚ, ώστε αιρουμένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιόποινων πράξεων (με την επιφύλαξη της ΠΚ 367), αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς, ως όρος της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου (ΑΠ 756/2011 Α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ, προκύπτει ότι, το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, θεμελιώνεται, αντικειμενικά μεν, με τον ισχυρισμό ή τη διάδοση με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο, ψευδούς γεγονότος που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, υποκειμενικά δε, με πρόθεση (άμεσος δόλος) που ενέχει τη θέληση της πραγμάτωσης της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αυτού και τη γνώση του υπαίτιου ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου. Ως γεγονός δε, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρόν ή το παρελθόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Αντίθετα, κρίσεις, γνώμες και χαρακτηρισμοί που εκφράζονται αυτοτελώς και δεν συνδέονται με συγκεκριμένο γεγονός, δεν αρκούν για τη στοιχειοθέτηση της δυσφήμισης (ΑΠ 567/2010, ΑΠ 753/2010, ΑΠ 1271/2010 Α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Αντικείμενο της προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στο πλαίσιο της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται στην ηθική αξία, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, όταν άμεσα ή έμμεσα υποκρύπτονται γεγονότα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή, μόνο όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, διαφορετικά μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά τη διάταξη του άρθρου 361 του ΠΚ (ΑΠ 179/2011 ΕΦΑΔ 2012.125, ΑΠ 543/2009 ΧρΙΔ 2010, 253, ΑΠ 1095/2008, ΑΠ 1462/2005 και ΑΠ 387/2005 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν αποδειχθεί η αλήθεια του γεγονότος, ή αν καταλείπονται αμφιβολίες για την αλήθεια ή αναλήθεια τούτου, ή αν ο δράστης δεν γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ή είχε γιʼ αυτό αμφιβολίες, δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, αλλά αυτό της απλής δυσφήμισης. Αντίθετα δηλαδή με όσα συμβαίνουν στη συκοφαντική δυσφήμιση, η απλή δυσφήμιση στοιχειοθετείται ανεξάρτητα από το εάν το γεγονός είναι αληθές ή όχι (ΑΠ 871/2007 Α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, το έγκλημα της απλής δυσφήμισης, θεμελιώνεται, αντικειμενικά μεν με τον ισχυρισμό ή τη διάδοση με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο, γεγονότος που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, υποκειμενικά δε, στο δόλο που συνίσταται στη γνώση του δράστη, ότι το γεγονός που διαδίδει ή ισχυρίζεται, είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή και την υπόληψη άλλου και τη θέληση να ισχυρισθεί ενώπιον τρίτου ή να διαδώσει το βλαπτικό αυτό γεγονός. Αν αποδειχθεί η αλήθεια του γεγονότος, η πράξη μένει ατιμώρητη, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 366 παρ. 1 του Π.Κ.. Εξάλλου, επί προσβολής της τιμής του προσώπου, προβλέπεται στο άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ, ότι δεν αποτελούν άδικη πράξη και επομένως δεν δημιουργούν υποχρέωση προς αποζημίωση και οι εκδηλώσεις που γίνονται, πέραν των άλλων περιπτώσεων και από δικαιολογημένο ενδιαφέρον (περ. γ). Δικαιολογημένο ενδιαφέρον που πηγάζει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία και την κοινωνική αποστολή του τύπου και της τηλεόρασης (άρθρα 14 παρ. 1-2 και 15 παρ. 2 του Συντάγματος – σχετικό και το άρθρο 10 παρ. 1 εδ. α και β της ΕΣΔΑ) έχουν και τα πρόσωπα που συνδέονται με τη λειτουργία των πιο πάνω μέσων ενημέρωσης και κατά κύριο λόγο οι δημοσιογράφοι, για τη δημοσίευση και προβολή ή δημοσιοποίηση ειδήσεων, γεγονότων και σχολίων σχετικών με τις πράξεις ή παραλείψεις και τη συμπεριφορά φυσικών ή νομικών προσώπων ή ομάδων προσώπων, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο. Γιʼ αυτό μπορούν να δημοσιευθούν ειδήσεις και σχόλια για τη σχετική πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού και με οξεία ακόμη κριτική ή δυσμενείς χαρακτηρισμούς των προσώπων στα οποία αναφέρονται. Αλλά και στην περίπτωση αυτή, δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης της εξύβρισης ή της δυσφήμησης, όταν το δημοσίευμα υπερβαίνει το αντικειμενικώς αναγκαίο μέτρο προς ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση του κοινού, με βάση αληθινά – και όχι ψευδή ή παραπλανητικά – γεγονότα, ως προς το περιεχόμενο ή και το χρόνο δημοσίευσής του. Οφείλει, συνεπώς, ο δημοσιογράφος να εξακριβώνει, πριν από τη δημοσίευση, την αλήθεια των δυσφημιστικών γεγονότων, χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί, σε αντίθετη περίπτωση, ότι η παράδοση σε δημόσια ανυποληψία του δυσφημούμενου προσώπου τελεί σε αναλογία με την κοινωνική αποστολή του τύπου για ενημέρωση του κοινού ή ότι αποτελεί αυτή το επιβεβλημένο μέσο άσκησης του έργου της ενημέρωσης. Γιʼ αυτό, αν συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του δημοσιογράφου δεν αίρεται (Μ. Μαργαρίτης, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία – Εφαρμογή, 2η έκδοση, ανάλυση άρθρου 367, ΑΠ 1904/2008, ΑΠ 576/2006, ΑΠ 1256/2003, ΑΠ 1177/2002, σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 914/2005, ΠειρΝομ 2005.460). Προσέτι, ο άδικος χαρακτήρας της εξυβριστικής ή δυσφημιστικής εκδήλωσης δεν αίρεται και συνεπώς παραμένει η παρανομία ως ουσιαστικό στοιχείο της αδικοπραξίας, όταν η παραπάνω εκδήλωση αποτελεί συκοφαντική δυσφήμιση, ή όταν από τον τρόπο και από τις περιστάσεις που έγινε αυτή, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή σκοπός που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου ή με περιφρόνηση αυτού. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 367 του ΠΚ, για την ενότητα της έννομης τάξης, εφαρμόζεται αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. ΑΚ. Επομένως, όταν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των προαναφερόμενων αξιόποινων πράξεων (με την επιφύλαξη, όπως κατωτέρω, της ΠΚ 367 παρ. 2) αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περίπτωσης του άρθρου 367 παρ. 1 του ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό, καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος προσώπου (ένσταση), λόγω άρσης του παράνομου της προσβολής. Όμως, όπως προεκτέθηκε, ο άδικος χαρακτήρας της προσβλητικής συμπεριφοράς, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κ.λπ. και, συνεπώς, παραμένει η ποινική ευθύνη των κατά νόμο υπευθύνων, άρα και η υποχρέωσή τους προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις του άρθρου 367 παρ. 2 του ΠΚ, δηλαδή όταν η προσβλητική συμπεριφορά, περιέχει τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης του άρθρου 363 του ΠΚ, ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης, ή από τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει ειδικός σκοπός εξύβρισης. Τέτοιος δε σκοπός εξύβρισης, εμφαίνεται στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής (εξυβριστικής ή απλής δυσφημιστικής) συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για να αποδοθεί όπως έπρεπε το περιεχόμενο της σκέψης του ενεργήσαντος προς προστασία δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και όταν ο τελευταίος, αν και γνώριζε την έλλειψη της αναγκαιότητας του τρόπου αυτού, εντούτοις τον χρησιμοποίησε για να προσβάλει την τιμή του άλλου (ΑΠ 179/2011 ΕΦΑΔ 2012.125, ΑΠ 1609/2009, ΑΠ 1496/2009, ΑΠ 1095/2009 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1462/2005 Δνη 47.187, ΑΠ 1573/2005 Δνη 47.840). Η προβολή δε από τον προσβληθέντα περίπτωσης από το άρθρο 367 παρ. 2 του ΠΚ αποτελεί αντένσταση κατά της από το άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ ένστασης (ΑΠ 354/2012, ΑΠ 195/2007 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 391/2006 ΧρΙΔ 2006.596, ΑΠ 1395/2005, ΑΠ 387/2005 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 167/2000 Δνη 41.771). Περαιτέρω, κατά το άρθρο μόνο παρ. 1 του ν. 1178 της 14/16.7.1981 (ΦΕΚ Α 187), περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων, ο ιδιοκτήτης κάθε εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία, καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προξενήθηκαν υπαίτια με δημοσίευμα, το οποίο θίγει την τιμή ή την υπόληψη κάθε ατόμου, έστω και αν η κατά το άρθρο 914 του ΑΚ υπαιτιότητα, η κατά το άρθρο 919 του ΑΚ πρόθεση και η κατά το άρθρο 920 του ΑΚ γνώση ή υπαίτια άγνοια, συντρέχει στον συντάκτη του δημοσιεύματος, ή αν ο τελευταίος είναι άγνωστος στον εκδότη ή στον διευθυντή σύνταξης του εντύπου. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298, 299, 330, 481 και 927 του ΑΚ, συνάγεται ότι, προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση από αδικοπραξία, είναι συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Ως ζημία νοείται τόσο η περιουσιακή όσο και η ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, για την οποία οφείλεται χρηματική ικανοποίηση κατʼ άρθρο 932 του ΑΚ και για την πληρωμή της οποίας ευθύνονται εις ολόκληρον όλοι οι δράστες (ΑΠ 731/2011, ΑΠ 1046/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1220/2010 ΝοΒ 2011.378). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 68 ΚΠολΔ, δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει ο έχων έννομο συμφέρον. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ενεργητικά μεν νομιμοποιείται να ζητήσει έννομη προστασία, ο ισχυριζόμενος ότι είναι δικαιούχος του επίδικου δικαιώματος, παθητικά δε εκείνος ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος μετέχει στην επίδικη έννομη σχέση. Δηλαδή για τη νομιμοποίηση αρκεί μόνον ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς, κατʼαρχήν, να ασκεί έννομη επιρροή αν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής. Η έλλειψη, άλλωστε, νομιμοποίησης εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής, ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης. Ενόψει της ανωτέρω φύσεως της νομιμοποίησης, η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών συνιστά, όχι ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσεως της αγωγής του ενάγοντος, ο οποίος φέρει προς τούτο το σχετικό βάρος αποδείξεως, με συνέπεια και σε περίπτωση όπου δεν αποδείξει τον περί νομιμοποιήσεώς του ισχυρισμό την απόρριψη της αγωγής για έλλειψη (ενεργητικής ή παθητικής) νομιμοποιήσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τις προαναφερόμενες νομικές παραδοχές, η από 18-10-2011 ένδικη αγωγή, με το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, είναι επαρκώς ορισμένη, καθότι περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν κατά νόμο και δικαιολογούν την άσκηση της αγωγής από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου, με ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς. Ειδικότερα ο ενάγων ο οποίος στηρίζει την αγωγική του αξίωση στη διαπραχθείσα σε βάρος του αδικοπραξία εκ μέρους του εναγομένου, εξαιτίας της οποίας (αδικοπραξίας) υπέστη μη περιουσιακή ζημία και δη ηθική βλάβη, διαλαμβάνει με πληρότητα στο δικόγραφο της αγωγής του, α) όλα τα κατά νόμο αναγκαία πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν την αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου (δημοσίευση άρθρων συνταχθέντων από τον ίδιο τον εναγόμενο με την εν γνώσει του χρησιμοποίηση συκοφαντικών και εξυβριστικών φράσεων, λέξεων και χαρακτηρισμών με σκοπό τουλάχιστον εξύβρισής του), β) τη μη περιουσιακή ζημία που υπέστη (συνιστάμενη στην προσβολή της προσωπικότητάς του και ιδίως της τιμής και της υπόληψής του) και γ) τον αιτιώδη σύνδεσμο, με την έννοια της επαρκούς και πρόσφορης αιτίας, μεταξύ αυτής (συγκεκριμένης μη περιουσιακής του ζημίας) και της συμπεριφοράς του εναγομένου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του κατέληξε στην ίδια κρίση και έκρινε ως ορισμένη την κρινόμενη αγωγή στηριζόμενη στις διατάξεις περί προσβολής της προσωπικότητας δια του τύπου, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα – εναγόμενο με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Αντίθετα, η αγωγή τυγχάνει αόριστη κατά το μέρος που επιχειρείται να θεμελιωθεί αξίωση για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς δεν αναφέρεται ειδικότερα σε αυτήν ποια είναι τα δεδομένα αυτά και σε ποια επεξεργασία υπεβλήθησαν από τον εναγόμενο προκειμένου να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων που τηρεί αυτός κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 2 εδ. δ’ του Ν. 2472/1997. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε ως αόριστη την αγωγή ως προς τη βάση της που στηρίζεται στην παραβίαση του άρθρου 23 του Ν. 2472/1997, δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα – εκκαλούντα με τον τρίτο λόγο της έφεσής του πρέπει νʼ απορριφθούν. Εξάλλου, ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή του δεν επικαλείται ότι η προσβολή της προσωπικότητάς του, που κατά τους ισχυρισμούς του ολοκληρώθηκε με την ανάρτηση των επιλήψιμων δημοσιευμάτων, εξακολουθεί υφιστάμενη και ενεργός και επομένως το αίτημα περί άρσεως της προσβολής είναι αόριστο και ως τέτοιο απορριπτέο. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε το παραπάνω αίτημα δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα – εκκαλούντα με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του τυγχάνουν απορριπτέα.
Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάσθηκε νομότυπα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και του οποίου η κατάθεση περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά και από όλα χωρίς εξαίρεση τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα μεταξύ των οποίων και η με αριθ. 7638/14.10.2013 ένορκη βεβαίωση του ……… ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ………, την οποία επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, που λήφθηκε μετά από νομότυπη κλήση του εναγομένου κατόπιν δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντα που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 671 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο ενάγων, ο οποίος είναι επιχειρηματίας – εφοπλιστής, έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό λόγω της ενασχόλησής του με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο και ειδικότερα από το γεγονός ότι είναι μέτοχος της Π.Α.Ε. Παναθηναϊκός, της οποίας μάλιστα έχει διατελέσει πρόεδρος για χρονικό διάστημα δύο περίπου ετών (2008-2010). Ο εναγόμενος είναι δημοσιογράφος και συγχρόνως κάτοχος και διαχειριστής ενός ιστολογίου στον παγκόσμιο ιστό (www), που έχει ειδησεογραφικό περιεχόμενο, με την επωνυμία “……blogspot.com”. Η ιδιότητα αυτή του εναγομένου, ως κατόχου και διαχειριστή του ως άνω ιστολογίου, αποδεικνύεται από τουπʼ αρ. πρωτ. 7519/3/4042-α, με ημερομηνία 12.5.2011, έγγραφο του 5ου Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, το από 12.5.2011 έγγραφο του Τμήματος Τεχνικής Υποστήριξης Νέων Υπηρεσιών του Ο.Τ.Ε. σε συνδυασμό με το από 11.5.2011 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της «Google» προς τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Επομένως, πλήρως αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος νομιμοποιείται παθητικά στην υπό κρίση αγωγή και ο ισχυρισμός του, τον οποίο επαναφέρει με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του, περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής του, που κατά τα προαναφερθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας συνιστά άρνηση και όχι ένσταση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατʼ ουσίαν. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι στις 8.7.2011 αναρτήθηκε στο εν λόγω ιστολόγιο ανυπόγραφο κείμενο-σχόλιο με τίτλο “Μ……: «Ο Π…… ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙ ΟΤΙ ΠΙΟ ΒΡΩΜΙΚΟ ΥΠΑΡΧΕΙ”. Το κείμενο αυτό περιέχει μία δήλωση που φέρεται να έκανε ο ………, πρόεδρος της Π.Α.Ε. Ολυμπιακός, για τον ενάγοντα, και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: “ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ Στη γνωστή ψαροταβέρνα «………» έτρωγε χθες το βράδυ με στενούς φίλους και συνεργάτες ο ……. Ο πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός έδειχνε κεφάτος μόλις όμως άνθρωπος του …… τον ρώτησε ποια είναι η γνώμη του για τον …… άστραψε και βρόντηξε: «Όπως έχω πει και επισήμως … ο …… εκπροσωπεί ότι πιο βρώμικο υπάρχει σήμερα»! Χρειάζεται να κάνουμε εμείς περαιτέρω σχόλια;”. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, στο ίδιο ιστολόγιο, αναρτήθηκε δεύτερο κείμενο-σχόλιο, σε συνέχεια του προηγουμένου, με τίτλο “ΚΑΚΟΣ ΡΟΥΦΙΑΝΟΣ Ο Π……” και με το ακόλουθο περιεχόμενο: “ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ Σε συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης και των όσων είπε ο …… για τον ……, ο Πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός κατά τη χθεσινή συζήτηση που είχε στον «……» με φίλους και συνεργάτες ρωτήθηκε τι ρόλο παίζει ο …… και απάντησε ως εξής: «Το ρόλο του … κακού ρουφιάνου»!!! Θέλετε κι άλλα;”. Τα ως άνω κείμενα – σχόλια περιέχουν γεγονότα και αξιολογικές κρίσεις, που εκφράζουν, κατά την κοινή αντίληψη, σαφή περιφρόνηση προς το πρόσωπο του ενάγοντα, προσβάλλουν την προσωπικότητά του και βλάπτουν την τιμή και την υπόληψή του. Η χρήση της ιδιαιτέρως απαξιωτικής έκφρασης “εκπροσωπεί ότι πιο βρώμικο υπάρχει σήμερα”, σε συνδυασμό με τον καταφρονητικό όρο “κακός ρουφιάνος”, που περιέχονται στις δηλώσεις που φέρεται να έκανε ο …… για τον ενάγοντα και οι οποίες περιλαμβάνονται στα ως άνω επίδικα κείμενα, καταδεικνύει τον σκοπό του συντάκτη τους, που είναι η αμφισβήτηση της εν γένει ηθικής και κοινωνικής αξίας του ενάγοντος. Μάλιστα, η καταφρονητική διάθεση του συντάκτη των επίμαχων σχολίων, που φαίνεται να υιοθετεί τις δηλώσεις που φέρεται να έκανε ο ……, καταδεικνύεται με τη χρήση και των ρητορικών ερωτήσεων στο τέλος των κειμένων του «Χρειάζεται να κάνουμε εμείς περαιτέρω σχόλια;» και «Θέλετε κι άλλα;», τις οποίες παραθέτει αμέσως μετά τις προσβλητικές για το πρόσωπο του ενάγοντα αναφορές. Εξάλλου, το περιεχόμενο των ως άνω σχολίων υπερέβησαν το αντικειμενικά αναγκαίο μέτρο για να αποδοθεί το περιεχόμενο της σκέψης του συντάκτη προς ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση των χρηστών του ιστολογίου αλλά και της πρόθεσής του να ασκήσει οξεία κριτική. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν πράγματι οι ανωτέρω δηλώσεις έγιναν από ένα τρίτο άτομο, το ……, γεγονός που δεν αποδείχθηκε, ο εναγόμενος προέβη στη δημοσίευσή τους καίτοι γνώριζε την έλλειψη της αναγκαιότητας του τρόπου αυτού εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς του προς το πρόσωπο του ενάγοντος, με προφανή σκοπό την καταφρόνηση του ενάγοντος και την προσβολή της τιμής και της υπόληψής του δημόσια. Περαιτέρω, στις 8.10.2011, στο ίδιο ειδησεογραφικό ιστολόγιο, δημοσιεύθηκε νέο, ανυπόγραφο επίσης άρθρο, με μορφή επιστολής, απευθυνόμενης προς τον ενάγοντα, το οποίο επιγράφεται “ΠΡΟΣ κ. ………” και ακριβώς από κάτω “ΣΤΡΑΤΟΣ ΑΠΟ ΜΠΡΑΒΟΥΣ” και στο οποίο αναγράφονται κατά λέξη τα εξής: “Βλέπουμε ότι δεν κόβετε τις κακές συνήθειες. Η εικόνα να κυκλοφορείτε με 15 φουσκωτούς δίπλα σας και να σπρώχνουν όποιον βρίσκουν μπροστά τους εντελώς … απαράδεκτη. Ή μαζέψτε τους ή θα πέσει κράξιμο… …… Σ.Σ. Τα υπόλοιπα δεν τα γράφουμε γιατί καταλάβατε τι εννοούμε…”. Στο ως άνω άρθρο παρουσιάζεται ο ενάγων να κυκλοφορεί δημόσια συνοδευόμενος από 15 «φουσκωτούς», δηλαδή άνδρες ιδιωτικής ασφάλειας για προστασία, οι οποίοι μάλιστα σπρώχνουν όποιον βρίσκουν μπροστά τους. Το ως άνω γεγονός είναι ψευδές και προσβλητικό αφού, όπως αποδείχθηκε και από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως, ο ενάγων διαθέτει μεν δύο με τρεις ιδιωτικούς φρουρούς για την προστασία του, οι οποίοι όμως ουδόλως επιδεικνύουν, κατʼ εντολή του εργοδότη τους – ενάγοντος, τέτοιου είδους επιθετική συμπεριφορά σαν αυτή που περιγράφεται στο ως άνω άρθρο όταν κυκλοφορούν σε δημόσιους χώρους. Τόσο δε η αναφορά σε δέκα πέντε άτομα αντί για δύο – τρία όσο και η χρήση της λέξης «στρατός» αποσκοπεί ακριβώς στην κατάδειξη της επικινδυνότητας του ενάγοντος για το κοινωνικό σύνολο. Τα ως άνω αναληθή γεγονότα αποσκοπούσαν στην αμφισβήτηση της ηθικής και κοινωνικής αξίας του ενάγοντος, ο οποίος εμφανίζεται να απασχολεί άτομα, τα οποία δεν περιορίζονται στην προσωπική του φύλαξη και ασφάλεια αλλά επιδεικνύουν επικίνδυνη και επιθετική συμπεριφορά έναντι τρίτων προσώπων. Δεδομένου δε ότι η προσβολή της τιμής και συνακόλουθα και της προσωπικότητας του ενάγοντα προκλήθηκε με γεγονότα ψευδή, εν γνώσει της αναλήθειάς τους (συκοφαντική δυσφήμηση του άρθρου 363 ΠΚ και όχι απλή δυσφήμηση του άρθρου 362 ΠΚ), η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 367 του ΠΚ δεν εφαρμόζεται στην υπό κρίση υπόθεση (άρθρο 367 παρ. 2 περ. α του ΠΚ), και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο πέμπτος λόγος της κρινόμενης έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος ισχυρίζεται, ότι προέβη στην επίδικη ανάρτηση από δημοσιογραφικό καθήκον και δικαιολογημένο ενδιαφέρον για την ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού. Στη συνέχεια, στις 15 Οκτωβρίου 2011, ο εναγόμενος καταχώρησε στο ως άνω ιστολόγιο ένα ακόμη ανυπόγραφο δημοσίευμα με την επικεφαλίδα “ΝΟΝΟΣ…” και υπότιτλο: “ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!” με το ακόλουθο περιεχόμενο: “Το είχαμε επισημάνει και εμείς το προηγούμενο Σάββατο, χωρίς φυσικά να ξέρουμε το παραμικρό για την επίθεση στον ……, ότι ο ….. κυκλοφορεί στην Αθήνα με καμιά δεκαριά μπράβους οι οποίοι σπρώχνουν τον κόσμο σε όποια μαγαζιά ή στέκια παρουσιάζεται ο πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού. Η Real News φαίνεται πως έχει ακόμα καλύτερο ρεπορτάζ, καθώς όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι εκτός από τα σπρωξίματα, οι μπράβοι του …… έχουν… έφεση και στο ξύλο γνωστών διαιτητών! Για να δούμε, η υπόθεση θα αποκαλυφθεί στην πραγματική της διάσταση;”. Δίπλα από το δημοσίευμα υπάρχει φωτογραφία του ενάγοντος και του ως άνω διαιτητή, συνοδευόμενη από τη λεκτική απεικόνιση “Μπράβοι του …… πίσω από την επίθεση στον ……; ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ Ποια πρόσωπα «δείχνει» η δικογραφία της Ασφάλειας”. Ως προς το γεγονός που αναγράφεται στο επίμαχο δημοσίευμα ότι δηλαδή ο ενάγων κυκλοφορεί με μπράβους, οι οποίοι σπρώχνουν τον κόσμο στους χώρους που παρουσιάζεται ο ενάγων, τούτο είναι ψευδές και συκοφαντικό για όσους λόγους αναφέρθηκαν παραπάνω αναφορικά με το αμέσως προηγούμενο δημοσίευμα. Η λέξη «μπράβος», εξάλλου, έχει καταφανώς αρνητική χροιά καθώς υποδηλώνει τον μισθωτό σωματοφύλακα, ο οποίος είναι πρόθυμος να προβεί σε έκνομες ενέργειες προς υπεράσπιση και κατʼ εντολή του εργοδότη του. Το ίδιο και η λέξη “νονός” στην επικεφαλίδα του άρθρου ενέχει σαφή απαξιωτική σημασία αφού υποδηλώνει άτομο που ηγείται εγκληματικής οργάνωσης. Περαιτέρω αναφέρεται στο ως άνω δημοσίευμα ότι οι σωματοφύλακες του ενάγοντα έχουν «έφεση» στο ξύλο γνωστών διαιτητών, συνδέοντας με τον τρόπο αυτό την επίθεση που δέχτηκε ο διαιτητής ποδοσφαίρου …… το βράδυ της 30ης Οκτωβρίου 2010 στα Καμίνια με τους σωματοφύλακες του ενάγοντος, οι οποίοι, σύμφωνα με το δημοσίευμα, είναι οι δράστες της επίθεσης. Στην παραπάνω ανάρτηση δίδεται ως είδηση ότι ο ενάγων είναι ηθικός αυτουργός στον ξυλοδαρμό του ανωτέρω διαιτητή χρησιμοποιώντας ως αυτουργούς τους άνδρες της προσωπικής του φρουράς, την αλήθεια της οποίας υιοθετεί ο συντάκτης του άρθρου – εναγόμενος, στοιχείο που προκύπτει από τον τρόπο γραφής και το ύφος του κειμένου. Από κανένα όμως στοιχείο δεν αποδείχθηκε η αλήθεια του ως άνω γεγονότος, το οποίο στηρίζεται αποκλειστικά σε δημοσιεύματα της εφημερίδας «Real News», την οποία ο συντάκτης του επίμαχου άρθρου μνημονεύει ρητά. Άλλωστε, ενόψει αντίστοιχης αγωγής που είχε ασκήσει ο ενάγων σε βάρος του ……, δημοσιογράφου, εκδότη και διευθυντή της ως άνω εφημερίδας, με αφορμή τα δημοσιεύματα που τον ενέπλεκαν στην υπόθεση του ως άνω ξυλοδαρμού, ο τελευταίος με την από 9.10.2013 επιστολή του, που απέστειλε στον ενάγοντα, ανέλαβε την ευθύνη αποκατάστασης της τρωθείσας τιμής του ενάγοντος με νεότερο, επανορθωτικό δημοσίευμα, αναγνωρίζοντας το προσβλητικό του περιεχομένου του αρχικού δημοσιεύματος. Πλην, όμως, ο εναγόμενος έσπευσε να δημοσιεύσει το παραπάνω αναληθές άρθρο παρότι γνώριζε ότι τα αναφερόμενα σε αυτό γεγονότα έβλαπταν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντα στον κύκλο του αναγνωστικού κοινού του ιστολογίου. Εξάλλου, η ένσταση του άρθρου 367 παρ. 1 στοιχ. γ’ ΠΚ που υπέβαλε ο εναγόμενος περί απαλλαγής του από κάθε ευθύνη, για τον λόγο ότι το επίμαχο δημοσίευμα έγινε από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και εκ δημοσιογραφικού καθήκοντος, και ο σχετικός λόγος έφεσης αλυσιτελώς προβάλλεται και πρέπει ωσαύτως να απορριφθεί, καθόσον η ως άνω διάταξη εφαρμόζεται μόνο επί απλής δυσφήμησης και εξύβρισης, όχι δε επί συκοφαντικής δυσφήμησης όπως εν προκειμένω. Περαιτέρω, στις 16.10.2011 στο ίδιο ως άνω ιστολόγιο δημοσιεύθηκε ακόμη ένα ανυπόγραφο άρθρο σχετικά με τον ενάγοντα με τον τίτλο “ΑΠΕΙΛΕΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥΣ ΜΕ ΜΠΡΑΒΙΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΠΙΕΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΑΔΑ. Ο Π…… ΚΑΙ ΟΙ ΦΟΥΣΚΩΤΟΙ ΠΟΥ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ…”, ενώ δίπλα από αυτό υπάρχει φωτογραφία του ενάγοντος. Το ως άνω δημοσίευμα έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: “Την ίδια τακτική ξανάρχισε ο ……. Τηλεφωνεί σε δημοσιογράφους και τους απειλεί επειδή έβγαλαν ρεπορτάζ ή συνέχισαν το ρεπορτάζ της Real News για τον ξυλοδαρμό του ….. από μπράβους. Παράλληλα παίρνει στη ΓΑΔΑ και εξυβρίζοντας τους Αστυνομικούς, λέει ότι θα καταθέσει μηνύσεις και αγωγές… σε όσους σχολιάζουν αρνητικά το ξύλο που έδωσαν οι μπράβοι του στον ……! Νομίζει ο άνθρωπος ότι βρίσκεται στην Σικελία παριστάνοντας το Νονό του Κόπολα. Και ότι θα φιμώσει με απειλές τους δημοσιογράφους που του ασκούν κριτική. Έτσι νομίζει. Που ναʼ ξερε με ποιους έχει μπλέξει!…». Στο ανωτέρω δημοσίευμα ο ενάγων εμφανίζεται να απειλεί δημοσιογράφους που παρουσίασαν ρεπορτάζ ή αναδημοσίευσαν το άρθρο της εφημερίδας Real Newsσχετικά με τον ξυλοδαρμό του ……. Με το ως άνω δημοσίευμα μεταφέρεται στο αναγνωστικό κοινό η είδηση ότι ο ενάγων απειλεί δημοσιογράφους και εξυβρίζει αστυνομικούς, γεγονότα που ουδόλως αποδείχθηκαν ότι είναι αληθή, είναι δε αυτά δυσφημιστικά για το πρόσωπο του ενάγοντα και ικανά να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του. Επαναλαμβάνει δε για μια ακόμα φορά ο συντάκτης του εν λόγω δημοσιεύματος την συκοφαντική για το πρόσωπο του ενάγοντα είδηση ότι άτομα της προσωπικής φρουράς του προέβησαν κατʼ εντολήν του στον ξυλοδαρμό του ως άνω διαιτητή, προσθέτοντας μάλιστα ότι νομίζει ότι βρίσκεται στη Σικελία και παριστάνει το Νονό του Κόπολα, αναφορά που παραπέμπει ευθέως στο οργανωμένο έγκλημα. Να σημειωθεί ότι ενόψει της αναλήθειας του ανωτέρω γεγονότος που διαλαμβάνεται στο ανωτέρω δημοσίευμα η βασιζόμενη στο άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ ένσταση του εναγόμενου για άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ένεκα συνδρομής δικαιολογημένου δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος πρέπει να απορριφθεί, καθώς πρόκειται για συκοφαντική δυσφήμηση, όπου δεν χωρεί εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 367 παρ. 1 ΠΚ και δεν αίρεται, επομένως, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης. Κατʼ ακολουθία όλων αυτών, υπάρχει νόμιμη και βάσιμη αξίωση του ενάγοντος σε βάρος του εναγόμενου συντάκτη των επιλήψιμων δημοσιευμάτων και διαχειριστή του ανωτέρω ιστολογίου για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη από τη στενοχώρια και την ταραχή που δοκίμασε όταν έλαβε γνώση των επιλήψιμων δημοσιευμάτων. Το ποσό δε της χρηματικής ικανοποίησης που δικαιούται ο ενάγων, ανέρχεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στο ποσό των 18.000 ευρώ. Το παραπάνω ποσό κρίνεται εύλογο και δίκαιο, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέτρου και του επιδιωκόμενου σκοπού που απορρέει από την συνταγματική αρχή του κράτους δικαίου, κατά την οποία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και κάτω από τα ελάχιστα όρια που προβλέπονται από το άρθρο μόνο του ν. 1178/1981, μετά τη συνεκτίμηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου, του μέσου δια του οποίου τελέστηκε, της έκτασης της ζημίας του ενάγοντος, της βαρύτητας του πταίσματος του εναγομένου, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών και της συμπεριφοράς του εναγομένου μετά την αδικοπραξία. Κατόπιν όλων των ανωτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατʼ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων έκρινε: α) ότι το δημοσίευμα της από 15-10-2011 ανάρτησης του επίδικου ιστολογίου με τίτλο: “ΝΟΝΟΣ…” και υπότιτλο: “ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!” και ειδικότερα το αναγραφόμενο στο επίμαχο δημοσίευμα ότι ο ενάγων κυκλοφορεί με μπράβους, δεν είναι ψευδές και συκοφαντικό β) υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα ως οφειλόμενη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 15.000 ευρώ, αντί αυτού των 18.000 ευρώ. Σύμφωνα με τα παραπάνω όλοι οι λόγοι εφέσεως του εναγομένου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατʼ ουσίαν όπως και η έφεση του ανωτέρω διαδίκου (εκκαλούντος – εναγομένου) στο σύνολό της και να του επιβληθούν λόγω της ήττας του (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εφεσίβλητου, κατόπιν σχετικού αιτήματος του. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης αυτής στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ’ του ΚΠολΔ). Περαιτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η έφεση του ενάγοντος κατά τους εν μέρει βάσιμους πρώτο και δεύτερο λόγους αυτής με τους οποίους ο πιο πάνω εκκαλών παραπονείται για κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά: 1) με το ύψος της επιδικασθείσας χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και 2) με τις ουσιαστικές κρίσεις της εκκαλουμένης για το δημοσίευμα της από 15.10.2011 ανάρτησης του επίδικου ιστολογίου με τίτλο “ΝΟΝΟΣ…” και υπότιτλο: “ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!” και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση.
Στη συνέχεια, αφού κρατηθεί και δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο και κατʼουσίαν η υπόθεση, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή ως και κατʼ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 18.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου, ανάλογα με το βαθμό της ήττας του (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό και να επιστραφεί το παράβολο εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης, στον εκκαλούντα (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ’ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις: α) από 30.5.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3511/2014) έφεση του εναγόμενου και β) από 2.6.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3540/2014) έφεση του ενάγοντος, κατά της με αριθμό 1930/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατʼ ουσίαν την από 30.5.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3511/2014) έφεση του εναγόμενου.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης αυτής, στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος – εναγομένου τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.
Δέχεται τυπικά και κατʼ ουσίαν την από 2.6.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3540/2014) έφεση του ενάγοντος.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης των 200 ευρώ στον καταθέσαντα εκκαλούντα.
Εξαφανίζει την με αριθμό 1930/2014 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Κρατεί την υπόθεση.
Δικάζει επί της αγωγής.
Δέχεται την αγωγή κατά ένα μέρος.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δέκα οκτώ χιλιάδων (18.000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.
Επιβάλλει στον εναγόμενο τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, και ορίζει το ύψος αυτών στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 07.01.2016 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι, στις 24.03.2016.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

(Πηγή: http://www.dsanet.gr)

Εφαρμογή των διατάξεων περί τύπου στα ιστολόγια

Τείνει να παγιώνεται η νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων στη Χώρα μας, η οποία δέχεται ότι οι διατάξεις περί τύπου δεν εφαρμόζονται σε αυτά. Η νομολογία αυτή δέχεται ειδικότερα, ότι δεν εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του ν. 1178/1981, όπως ισχύει, στα ιστολόγια (ΠΠρΠειρ 4980/2009, ΔiΜΕΕ 2010, 101 επ., με σχόλια Σ. Τάσση, ΠολΠρΘεσ 25552/2010, ΔiΜΕΕ 2010 515 επ.)

Ο λόγος για τον αποκλεισμό αυτό είναι ότι τα ιστολόγια δεν παρουσιάζουν την επιχειρηματική διάρθρωση ενός παραδοσιακού εντύπου ούτε έχουν ιεραρχική δομή οργανώσεως, ώστε να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις τους. Επίσης, σύμφωνα με τη νομολογία αυτή, δεν εφαρμόζονται στα ιστολόγια οι διατάξεις περί τύπου, διότι σκοπός τους δεν είναι η διάδοση πληροφοριών προς μαζική ενημέρωση, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας . Αναφέρεται, δε ότι το ιστολόγιο είναι διαδραστικό μέσο και για αυτό διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο Διαδίκτυο, διότι η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κύριο και τους δημοσιογράφους του μέσου ενημέρωσης, αλλά από όλους τους χρήστες του Διαδικτύου, οι οποίοι είναι αναγνώστες του ιστολογίου, καθώς και ότι ο κάτοχος – διαχειριστής κατά κανόνα δεν έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τους αναγνώστες του ιστολογίου και να αποφασίζει ποιοι από αυτούς επιτρέπεται να ανακοινώνουν τα σχόλιά τους σε αυτό.

Οι συνέπειες από τη νομολογία αυτή είναι πολλές. Καταρχήν, είναι θετικό ότι δεν εφαρμόζονται τα κατώτερα όρια αποζημιώσεως που προβλέπονται στο νόμο, οπότε σε περίπτωση επιδίκασης αποζημίωσης, αυτή θα καθορίζεται ελεύθερα από το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της εκάστοτε αγωγής αποζημίωσης. Ασφαλώς, θα ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν αναλογικά οι διατάξεις του ν. 1178/1981, οι οποίες αναφέρονται σε ημερήσιες εφημερίδες και περιοδικά (ή το άρθρο 4 παρ. 10 ν. 2328/1995 που αναφέρεται σε τηλεοπτικούς σταθμούς), στα ιστολόγια που είναι ένα νέο επικοινωνιακό μέσο.

Επίσης, δεν εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 681 Δ ΚΠολΔ για την εκδίκαση διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, αλλά η τακτική διαδικασία.

Περαιτέρω, τίθεται το ζήτημα αν εφαρμόζεται η νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων (ν. 2472/1997). Στη νομοθεσία μας δεν υπάρχει εξαίρεση για την επεξεργασία δεδομένων από δημοσιογράφους (βλ. σχετικ΄την απόφαση Satamedia του ΔικΕΕ) ώστε να εφαρμόζεται και για τους bloggers, με εξαίρεση τη διάταξη του άρθρου 7 ν. 2472/1997 περ. ζ΄ (Η επεξεργασία αφορά δεδομένα δημοσίων προσώπων, εφόσον αυτά συνδέονται με την άσκηση δημοσίου λειτουργήματος ή τη διαχείριση συμφερόντων τρίτων, και πραγματοποιείται αποκλειστικά για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος), η οποία έχει στενή εφαρμογή. Γενικώς, δηλ. επί των ιστολογίων βρίσκει πλήρη εφαρμογή ο ν. 2472/1997.

Τέλος, το κρισιμότερο ερώτημα είναι αν ισχύει η συνταγματική προστασία του τύπου. Γενικά γίνεται δεκτό ότι οι ηλεκτρονικές εκδόσεις του τύπου εμπίπτουν στη σχετική προστασία, ωστόσο αυτό δεν ισχύει για τα ιστολόγια (βλ. Ιγγλεζάκη, Ελευθερία έκφρασης και ανωνυμία στο Διαδίκτυο: το παράδειγμα των ιστολογίων, υπό δημοσίευση στο περιοδικό ΔiMEE). Ωστόσο, εν προκειμένω βρίσκει εφαρμογή η γενική διάταξη του άρθρου 14 του Συντάγματος για την ελευθερία της έκφρασης. Αναλογικά θα μπορούσαν, θεωρούμε, να εφαρμοστούν ορισμένες από τις ελευθερίες του τύπου, όπως προστασία πηγών, απαγόρευση λογοκρισίας κλπ.

Ελευθερία έκφρασης και ανωνυμία στο Διαδίκτυο: το παράδειγμα των ιστολογίων


Ιωάννης Δ. Ιγγλεζάκης
Επικ. Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ

Τα ιστολόγια συνιστούν ένα νέο μέσο για τη διάδοση απόψεων και ιδεών μέσω του Διαδικτύου, το οποίο έχει κατακτήσει το ενδιαφέρον των χρηστών και ανταγωνίζεται πλέον ισότιμα τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Ο λόγος είναι ότι καθιστούν δυνατή την έκφραση των απόψεων, εύκολα, γρήγορα, ανέξοδα και στο πλαίσιο ενός οικουμενικού καναλιού επικοινωνίας, όπως είναι το Διαδίκτυο.
Τα ιστολόγια είναι από μία από τις υπηρεσίες του συμμετοχικού Διαδικτύου, του Web 2.0, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης. Τα νέα αυτά μέσα χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τους πολίτες – υπηκόους καταπιεστικών κρατών για την ελεύθερη έκφραση των ιδεών, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και για το συντονισμό των διαδηλωτών στις πρόσφατες αραβικές εξεγέρσεις.
Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η αξιοποίηση των ιστολογίων, όπως και των μικροιστολογίων (microblogs) για τη διάδοση απόψεων και την ελεύθερη έκφραση των ιδεών αποτελεί κατάκτηση της κοινωνίας των πολιτών και για αυτό είναι χρήσιμο να τα μελετήσουμε και να διερευνήσουμε τα όρια της ελευθερίας έκφρασης και του ανώνυμου λόγου στο πλαίσιό τους.
Χρήστες των ιστολογίων είναι γενικά όσοι επιθυμούν να δημοσιεύσουν πληροφορίες ή εικόνες από την καθημερινή τους ζωή, έτσι ώστε το ιστολόγιο να χρησιμεύσει ως σημείο αναφοράς στο πλαίσιο των κοινωνικών τους επαφών, αλλά και ειδικοί σε διάφορους τομείς, όπως είναι η πολιτική, ο αθλητισμός, η πληροφορική, αλλά και η νομική επιστήμη κοκ. Σημαντική μερίδα ιστολογίων αφιερώνεται στον σχολιασμό της επικαιρότητας, αποτελώντας έτσι ένα εναλλακτικό μέσο ενημέρωσης. Οι κάτοχοι ιστολογίων (μπλόγκερς) τα οποία παρουσιάζουν ειδήσεις είναι συνήθως δημοσιογράφοι, αλλά μπορεί να είναι και ερασιτέχνες, για τους οποίους μπορούμε να πούμε ότι δρουν στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοσιογραφίας.
Το πλεονέκτημα που παρέχουν τα ιστολόγια είναι ότι επιτρέπουν την κατάθεση σχολίων των αναγνωστών επί των θέσεων που εκφράζει ο κάτοχός τους και την απάντηση του τελευταίου σε αυτά, έχουν δηλ. διαδραστικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με τον έντυπο τύπο, όπου δεν είναι δυνατή η άμεση επικοινωνία με το αναγνωστικό κοινό. Ακόμα, ο κάτοχος του ιστολογίου μπορεί να επέμβει ανά πάσα στιγμή και να διορθώσει ή να συμπληρώσει τις απόψεις που εκφράζει σε αυτό.
H ελευθερία έκφρασης που εξασφαλίζουν τα ιστολόγια στους κατόχους και τους επισκέπτες – χρήστες τους προστατεύεται συνταγματικά μέσα από ένα πλέγμα διατάξεων. Καταρχήν, η ελευθερία εκφράσεως κατοχυρώνεται στο άρθρο 14 § 1 Σ και στο άρθρο 10 § 1 ΕΣΔΑ. Η διάταξη του άρθρου 14 § 1 Σ αναφέρεται στην προφορική, γραπτή και δια του τύπου έκφραση και διάδοση των στοχασμών, ωστόσο, γίνεται δεκτό ότι η αναφορά αυτή είναι ενδεικτική. Ως εκ τούτου, στο προστατευτικό πεδίο της διάταξης αυτής εμπίπτει και η χρήση του Διαδικτύου, εν γένει.
Αντίστοιχα, το άρθρο 10 § 1 ΕΣΔΑ με πιο γενική διατύπωση ορίζει ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών χωρίς επέμβαση δημόσιων αρχών και πέρα από σύνορα. Η διάταξη αυτή συνοδεύεται, βεβαίως, από τη ρήτρα ότι περιορισμοί του δικαιώματος πρέπει να αποτελούν αναγκαία μέτρα σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Άλλες διατάξεις που κατοχυρώνουν την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης είναι το άρθρο 19 § 2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακηρύξεως για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο έχει εμπνεύσει πολλά συνταγματικά κείμενα ανά τον κόσμο και, αν και δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, αναδεικνύεται ως πρόσφορη νομική βάση σε διεθνές επίπεδο για την κατοχύρωση της ελευθερίας εκφράσεως στα ιστολόγια.
Αν αναλύσουμε ειδικότερα το περιεχόμενο του δικαιώματος στην ελευθερία της γνώμης γίνεται σαφές ότι βρίσκει πλήρη εφαρμογή στα ιστολόγια. Ειδικότερα, όπως γίνεται δεκτό, η ελευθερία της γνώμης περιλαμβάνει το δικαίωμα της διαμόρφωσης, κατοχής, έκφρασης, διάδοσης, αποσιώπησης και λήψης γνώμης, καλύπτει δε ιδέες, γεγονότα, μηνύματα, ειδήσεις, απόψεις με ιδεολογικό υπόβαθρο ή κερδοσκοπικό κίνητρο ή ακόμα και για ψυχαγωγία ή ικανοποίηση της περιέργειας του αποδέκτη. Επομένως, το δικαίωμα προστατεύει κάθε είδους μήνυμα που μεταδίδεται στο Διαδίκτυο και ειδικότερα, τις δημοσιεύσεις στα πάσης φύσεως ιστολόγια.
Επιπλέον, η ελευθερία εκφράσεως καλύπτει τόσο τις προσωπικές απόψεις πολιτικού, κοινωνικού, φιλοσοφικού ή ιδεολογικού χαρακτήρα, όσο και τη μετάδοση πληροφοριών και στατιστικών στοιχείων, στα οποία μπορεί να βασισθεί η διαμόρφωση γνώμης κοκ. Επομένως, δεν πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στις πληροφορίες που δημοσιεύονται στα ιστολόγια και να αποκλείονται από τη συνταγματική προστασία οι απλές πληροφορίες που δεν εμπεριέχουν αξιολογικές κρίσεις.
Η ελευθερία εκφράσεως στα ιστολόγια περιλαμβάνει, ειδικότερα, τη δυνατότητα των κατόχων των ιστολογίων με τις αναρτήσεις τους και των επισκεπτών με τα σχόλια επί αυτών, να εκφράζουν τη γνώμη τους ακόμα και με προκλητική διατύπωση. Η διατύπωση της γνώμης θα πρέπει να μην έχει δυσμενείς συνέπειες και να μην περιορίζεται από την υποχρέωση λ.χ. να μη διατυπώνονται αιρετικές απόψεις σε θρησκευτικά θέματα ή ακραίες πολιτικές απόψεις.
Βεβαίως, η ελευθερία έκφρασης σύμφωνα με το Σύνταγμα υπόκειται στην επιφύλαξη του νόμου. Το εν λόγω δικαίωμα δεν περιλαμβάνει την ελευθερία εξυβρίσεως ή συκοφαντικής δυσφημήσεως τρίτων προσώπων. Έχει νομολογηθεί δε ότι η τιμώρηση των εγκλημάτων κατά τιμής, ακόμα και όταν διαπράττονται στο Διαδίκτυο, συνιστά θεμιτό περιορισμό της ελευθερίας της γνώμης. Σχετικά βρίσκει εφαρμογή όμως η διάταξη του άρθρου 367 § 1 ΠΚ που ορίζει ότι δεν αποτελούν άδικη πράξη οι δυσμενείς κρίσεις και εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον. Συνακόλουθα, ο κάτοχος ιστολογίου έχει τη δυνατότητα να προβεί σε δυσμενείς κρίσεις προκειμένου να γνωστοποιήσει στους χρήστες του Διαδικτύου ένα σημαντικό γεγονός που αφορά την κοινή γνώμη δίχως τις κυρώσεις του νόμου.
Ιδίως όσον αφορά τα δημόσια πρόσωπα, γίνεται δεκτό ότι τα όρια της αποδεκτής κριτικής είναι ευρύτερα από ό,τι σε σχέση με έναν απλό ιδιώτη, καθώς το δημόσιο πρόσωπο εκτίθεται αναπόφευκτα στον έλεγχο των πράξεων του. Μάλιστα, η ελληνική έννομη τάξη αναγνωρίζει ότι το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον μπορεί να οδηγήσει στην αποκάλυψη ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων όταν η επεξεργασία αφορά δεδομένα δημοσίων προσώπων που συνδέονται όμως με την άσκηση δημοσίου λειτουργήματος. Αυτό προβλέπεται ειδικότερα ως εξαίρεση από τον κανόνα της απαγόρευσης της επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων στο ν. 2472/1997.
Αμφισβητήσεις προκαλεί ωστόσο το ζήτημα του ελέγχου των σχολίων επί των δημοσιεύσεων των ιστολογίων. Βασικό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η δυνατότητα αμφίδρομης επικοινωνίας που παρέχουν με τους χρήστες, οι οποίοι μπορεί να διατυπώνουν σχόλια στις αναρτήσεις, εφόσον δεν έχει αποκλεισθεί η δυνατότητα σχολιασμού από τον κάτοχο του ιστολογίου. Υποστηρίζεται ότι δεν μπορεί να επιβληθεί στον διαχειριστή του ιστολογίου η υποχρέωση αφαιρέσεως σχολίων με υβριστικό ή συκοφαντικό περιεχόμενο, διότι τούτο είναι πρακτικά ανέφικτο, ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του πδ 131/2003 για το ηλεκτρονικό εμπόριο, η υποχρέωση αυτή του διαχειριστή υφίσταται όταν γνωρίζει ότι ένα σχόλιο έχει τέτοιο περιεχόμενο, ενώ εάν δεν το γνωρίζει, οφείλει, μόλις λάβει γνώση ή ειδοποιηθεί από τον θιγόμενο, να το αφαιρέσει άμεσα.
Η ελευθερία της έκφρασης συνδέεται και με το δικαίωμα πληροφόρησης στην παθητική του διάσταση, η οποία προϋποθέτει τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης. Το δικαίωμα στην πληροφόρηση προστατεύεται άλλωστε δυνάμει του άρθρου 5 Α § 1 Σ, το οποίο αποκλείει απαγορεύσεις στην πρόσβαση στο Διαδίκτυο και σε πηγές ενημέρωσης, όπως είναι τα ιστολόγια. Αντίστοιχα, η ελευθερία της δημιουργίας ιστολογίου προστατεύεται συνταγματικά βάσει της διάταξης του άρθρου 5 Α § 2 Σ που κατοχυρώνει το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας.
Ιδιαίτερα ζητήματα προκαλεί η ανωνυμία στην περίπτωση των ιστολογίων. Γενικά, η ανωνυμία στο Διαδίκτυο είναι δικαίωμα που απορρέει από την ιδιωτικότητα, η οποία προστατεύεται αποτελεσματικά όταν δεν αποκαλύπτονται τα προσωπικά στοιχεία των χρηστών υπηρεσιών του Διαδικτύου. Η ανώνυμη έκφραση, όπως και η χρήση ψευδωνύμου, είναι επίσης συνιστώσα της ελευθερίας εκφράσεως και χρησιμοποιείται κατά κόρον στα πλαίσια της δημοσιογραφίας.
Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι, γενικά, η ανωνυμία στο Διαδίκτυο μπορεί να οδηγήσει και σε παραβίαση δικαιωμάτων τρίτων προσώπων, ιδίως της ιδιωτικότητάς τους, όταν γίνεται κατάχρηση της ανωνυμίας με σκοπό τη δυσφήμηση ή παραβίαση της ιδιωτικής σφαίρας κοκ. Σχετικά, το ΕΔΑΔ έκρινε στην υπόθεση Κ.U. κατά Φινλανδίας ότι το κράτος είχε παραβιάσει την υποχρέωσή του να προστατεύσει το δικαίωμα προστασίας του ιδιωτικού βίου (άρθρο 8 ΕΣΔΑ) ενός παιδιού, καθ’ ότι δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα για τον εντοπισμό των ηλεκτρονικών ιχνών των δραστών που εν αγνοία του δημοσίευσαν μία διαφήμιση σεξουαλικής φύσεως σε ιστοσελίδα γνωριμιών και πιο συγκεκριμένα, διότι η ισχύουσα νομοθεσία απαγόρευε την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για το συγκεκριμένο αδίκημα.
Ζήτημα ανακύπτει επομένως όσον αφορά την επικείμενη νομοθέτηση της υποχρεωτικής δήλωσης των στοιχείων των υπευθύνων των ιστολογίων στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Ο στόχος της ρύθμισης αυτής είναι να δίδεται η δυνατότητα στους θιγόμενους από αναρτήσεις σε ιστολόγια να προσφεύγουν στο ΕΣΡ προκειμένου να πληροφορηθούν την ταυτότητα του διαχειριστή του ιστολογίου και να στραφούν στη συνέχεια εναντίον του ασκώντας τις σχετικές αξιώσεις.
Αντίστοιχη υποχρέωση του ιδιοκτήτη εφημερίδας ή περιοδικού να ορίζει εκδότη ή διευθυντή, τα στοιχεία των οποίων αναγράφονται στο φύλλο του εντύπου, υφίσταται με βάση τη νομοθεσία περί τύπου (άρθρο μόνο § 3 ν. 1178/1981). Επομένως, η νομοθετική κατοχύρωση της υποχρέωσης «επωνυμοποίησης» των ιστολογίων, εφόσον αυτά έχουν καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα, δεν είναι ξένη με το νομικό μας σύστημα. Ήδη δε έχει αρθεί νομοθετικά η δυνατότητα ανώνυμης χρήσης των κινητών τηλεφώνων και τούτο με σκοπό τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας και την προστασία της δημόσιας τάξης από αξιόποινες πράξεις.
Το ζήτημα που τίθεται είναι αν η υποχρέωση αποκάλυψης της ταυτότητας των διαχειριστών των ιστολογίων συνιστά υπέρμετρο περιορισμό της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας της έκφρασης. Κατά την άποψή μας, τούτο δεν συμβαίνει, κατά πρώτον, διότι η προκειμένη ρύθμιση δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, όπως είναι η προστασία των δικαιωμάτων των θιγόμενων από δυσφημιστικές αναρτήσεις σε ιστολόγια, λαμβανόμενης υπόψη και της νομολογίας του ΕΔΑΔ, στην οποία έγινε προηγουμένως αναφορά, κατά δεύτερον δε διότι δεν παραβιάζεται ο πυρήνας του δικαιώματος, εφόσον δεν επηρεάζεται η ελευθερία έκφρασης, και κατά τρίτον, διότι δεν θίγεται ούτε και η αρχή της αναλογικότητας, καθ’ όσον ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα, ηπιότερα μέσα.
Θεωρούμε, ωστόσο, ότι δεν είναι αναγκαία η αναγραφή των στοιχείων των συντακτών των αναρτήσεων, ούτε και των χρηστών που αναγράφουν σχόλια, και ως εκ τούτου, η επιβαλλόμενη υποχρέωση δεν μπορεί να αφορά και αυτά τα πρόσωπα, πέρα από τον διαχειριστή του ιστολογίου. Επομένως, ως προς αυτούς μπορεί να διατηρηθεί περαιτέρω η ανωνυμία.
Άλλης τάξεως θέμα είναι το ότι η ρύθμιση είναι πρακτικά ανεφάρμοστη. Δεδομένου ότι η φιλοξενία των ιστολογίων παρέχεται από παρόχους που βρίσκονται στο εξωτερικό, όπως είναι η Google, που έχει έδρα την Καλιφόρνια, δεν θα έχει ισχύ ο νόμος επί των παρόχων, ενώ επιπλέον, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί ο κάτοχος ιστολογίου να συμμορφωθεί με την υποχρέωση αποκάλυψης της ταυτότητάς του, διότι δεν επιτρέπεται άρση απορρήτου επί παραβιάσεως της υποχρέωσης αυτής. Τούτο επιτείνεται από το γεγονός ότι στο Διαδίκτυο μπορεί κανείς να αποκρύψει τα ηλεκτρονικά του ίχνη κάνοντας χρήση υπηρεσιών ανωνυμοποίησης. Μία εναλλακτική λύση θα ήταν η υιοθέτηση ενός κώδικα δεντολογίας που θα προβλέπει την αναφορά του ονόματος του διαχειριστή σε κάθε ενημερωτικό ιστολόγιο, ωστόσο, δεν έχει αναληφθεί μία τέτοια προσπάθεια και θα ήταν μάλλον ανεδαφική ενόψει του πλήθους των ιστολογίων που ευδοκιμούν στην ελληνική μπλογκόσφαιρα.

Νέα σημαντική απόφαση για τα ιστολόγια

Με την υπ’ αριθ. 25.552/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (Εισηγήτρια η Αθ. Κυτρίδου) κρίθηκε σχετικά με τη φύση των ιστολογίων ότι δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία περί τύπου (ν. 1178/1981) στα ιστολόγια, για τον διαχειριστή και κάτοχο του ιστολογίου, δεν βρίσκει δηλ. αναλογική εφαρμογή η νομοθεσία αυτή και τούτο, διότι ο σκοπός των ιστολογίων δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας.

Αξίζει να γίνει αναφορά στο σκεπτικό της απόφασης, η οποία αναφέρει τα εξής για τα ιστολόγια:

“Τα ιστολόγια (blogs) είναι διαδικτυακά ημερολόγια που περιλαμβάνουν υπερζεύξεις (hyperlinks) και καταχωρήσεις απόψεων. Οι καταχωρήσεις σε ένα διαδικτυακό ημερολόγιο εμφανίζονται κατά χρονολογική σειρά, με τις πιο πρόσφατες προσθήκες να παρουσιάζονται πρώτες. Τα διαδικτυακά ημερολόγια έχουν ως “βασική μονάδα” τους τις καταχωρήσεις και όχι τις εκάστοτε “σελίδες” (pages), όπως συμβαίνει με τους παραδοσιακούς ιστοτόπους (webpages). Ο κάτοχος – διαχειριστής του διαδικτυακού ημερολογίου (blogger), ο οποίος λόγω του εξειδικευμένου λογισμικού τους δεν είναι ανάγκη να διαθέτει ιδιαίτερο τεχνικό υπόβαθρο για να το ενημερώνει ή να το διατηρεί, καταγράφει, ανακοινώνει και καταθέτει τις απόψεις του για διάφορα ζητήματα που τον απασχολούν και που αυτός επιλέγιε, ενώ τα ιστολόγια είναι δυνατό να συνδέονται με άλλους ιστότοπους, ιστοσελίδες και άλλα blogs και πολλά επιτρέπουν στους αναγνώστες τους, ανταποκρινόμενοι στα ερεθίσματα που λαμβάνουν από την αναγνώριση των απόψεων του κατόχου – διαχειριστή του ιστολογίου, να απαντήσουν στις απόψεις του γράφοντος, ανακοινώνοντας στο ίδιο ιστολόγιο τα δικά τους σχόλια, τα οποία είναι επίσης αναγνώσιμα καθώς και να σχολιάσουν την αρχική θέση του κατόχου – διαχειριστή. έτσι, με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται οι συζητήσεις και ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του κατόχου και των αναγνωστών. Τα ιστολόγια τα συντηρούν οι χρήστες τους, οποίες ονομάζονται bloggers, και σε αυτά μπορεί να παρουσιάζουν την προσωπική τους εμπειρία και άποψη για γεγονότα που τους απασχολούν, ως μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, να μοιράζονται τεχνογνωσία σχετικά με διάφορα θέματα και να συμμετέχουν ή να εκκινούν συζητήσεις για πολυποίκιλα θέματα. Στη συνείδηση των χρηστών του Διαδικτύου τα ιστολόγια έχουν τη θέση του μέσου, όπου η ελευθερία της έκφρασης εφαρμόζεται στην απόλυτη μορφή της. Επομένως, το ιστολόγιο είναι διαδραστικό μέσο και στο σημείο αυτό διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο διαδίκτυο, διότι η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κύριο και τους δημοσιογράφους του μέσου ενημέρωσης, αλλά από όλους τους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι είναι αναγνώστες του ιστολογίου. Ο κάτοχος – διαχειριστής κατά κανόνα δεν έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τους αναγνώστες του ιστολογίου του ούτε και να αποφασίζει εάν και ποιοι από αυτούς επιτρέπεται να ανακοινώνουν τα δικά τους σχόλια σε αυτό, δεδομένου ότι η δυνατότητα αυτή εξαρτάται από το εκάστοτε λογισμικό που χρησιμοποιείται για το κάθε ιστολόγιο και έτσι η επέμβαση του είναι συνήθως κατασταλτική. Εξάλλου, το ενδεχόμενο ο κάτοχος – διαχειριστής να προβαίνει σε “προληπτική” επιλογή των χρηστών που θα προβούν σε καταχωρήσεις στο blog του καθώς και του περιεχομένυο των σχολίων τους, θα οδηγούσε σε μία μορφή λογοκρισίας, θα αναιρούσε την ανωτέρω αναφερθείσα κεντρική ουσία των ιστολογίων ως χώρων ελεύθερης ανάπτυξης και ανταλλαγής ιδεών από τον κάτοχο – διαχειριστή τους χωρίς τη δυνατότητα της διαδραστικής ανάπτυξης που ενέχει η λειτουργία τους. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που με τη χρήση στοιχείων πρόσβασης ο κάτοχος – διαχειριστής του blog δύναται να επιλέξει ποιοι από τους αναγνώστες επιτρέπεται να ανακοινώσουν τα δικά τους σχόλια στο ιστολόγιό του, δεν είναι πάντα σε θέση να ελέγξει το αληθές ή όχι των χορηγούμενων από τον εκάστοτε αναγνώστη προσωπικών του δεδομένων, αφού είναι πολύ πιθανό ο αναγνώστης, ασκώντας ουσιαστικά το δικαίωμα της ανωνυμίας του, να μην χρησιμοποιεί το πραγματικό του όνομα, αλλά ένα ψευδώνυμο, με αποτέλεσμα η αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας αυτού να καθίσταται δυσχερέστατη και δυνατή μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω, ο σκοπός της δημιουργίας και ο προορισμός της λειτουργίας των blogs και ιδίως μάλιστα όσων δεν έχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο, δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, στοιχείο απαραίτητο – κατά τα προαναφερόμενα – για το χαρακτηρισμό ενός εντύπου (γραπτού ή ηλεκτρονικού) ως τύπου, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας και με τη χρήση ενός μέσου, που λόγω της φύσεώς του έχει μεν πράγματι ως άμεσο και αναγκαίο επακόλουθο να καθίσταται το περιεχόμενο των κειμένων τους προσβάσιμο σε απεριόριστο αριθμό ατόμων, δίχως όμως αυτό να αποτελεί τον αυτοσκοπό του διαχειριστή και κατόχου τους καθώς και των αναγνωστών τους. Επομένως, (…) κριτήριο για την εφαρμογή του περί τύπου διατάξεων και στα κείμενα που αναρτώνται στα διαδικτυακά ημερολόγια δεν είναι μόνο το αντικειμενικό γεγονός ότι το κείμενο αυτό έχει παραχθεί με μηχανική ή φυσικομηχανική ή ηλεκτρονική διαδικασία, κατάλληλη για την παραγωγή σημαντικού αριθμού αντιτύπων, αλλά θα πρέπει παράλληλα και η κατά προορισμό χρήση του να είναι η διάδοση, γεγονός που κατά κανόνα δεν συντρέχει στα διαδικτυακά ημερολόγια.”

Με βάση τα όσα έκρινε η απόφαση, δεν υπεισήλθε στην ουσία της υπόθεσης, η αφορούσε την προσβολή προσωπικότητας του ενάγοντος από δυσφημιστικό κείμενο που δημοσιεύθηκε σε ελληνικό blog, αλλά παρέπεμψε τη συζήτηση της υπόθεσης στην τακτική διαδικασία.

Νομικοί προβληματισμοί σχετικά με τα ιστολόγια

Τα ιστολόγια είναι ένα νέο μέσο επικοινωνίας που έχει αναπτύξει ιδιαίτερη δυναμική και έχει κατακτήσει το ενδιαφέρον των χρηστών του Διαδικτύου, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με αποτέλεσμα να συνιστά ένα ιδιαίτερο κοινωνικό φαινόμενο. Ο λόγος για τη διάδοση αυτή της τεχνολογίας των ιστολογίων είναι ότι αυτά καθιστούν δυνατή την έκφραση των απόψεων των χρηστών, εύκολα, γρήγορα, ανέξοδα και στο πλαίσιο ενός οικουμενικού μέσου, όπως είναι το Διαδίκτυο.
Ωστόσο, προβλήματα δημιουργεί το γεγονός ότι η δημοσίευση απόψεων και η παράθεση σχολίων στα ιστολόγια ανώνυμα ή με ψευδώνυμο, αν και ορισμένοι χρήστες του Διαδικτύου επιλέγουν να γράφουν επώνυμα τις απόψεις τους. Ακριβώς αυτή η ευχέρεια διατύπωσης απόψεων και η ανωνυμία σηματοδοτούν την αρνητική πλευρά των ιστολογίων που συνίσταται στη δυνατότητα δυσφήμησης και παράθεσης αναληθών ή αβάσιμων γεγονότων, υπό το κάλυμμα της ανωνυμίας. Παραπέρα, η δημοσίευση απόρρητων πληροφοριών ή η παραβίαση των προσωπικών δεδομένων συνιστά σημαντικό κίνδυνο, όπως και η παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων με την αναδημοσίευση κειμένων δίχως την άδεια του δημιουργού ή δικαιούχου κοκ.
Τα ιστολόγια που συνιστούν ηλεκτρονικά ημερολόγια των κατόχων τους και στα οποία εκτίθενται πραγματικά γεγονότα και λεπτομέρειες που αφορούν την προσωπική τους ζωή εμπεριέχουν σαφώς προσωπικά δεδομένα και υπόκεινται στο ν. 2472/1997. Έτσι, μπορεί να ανακύψουν προβλήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων και να επιβληθούν κυρώσεις στους παραβάτες της σχετικής νομοθεσίας (βλ. cnil.fr).
Επίσης, είναι δυνατή η παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν αναδημοσιεύονται κείμενα, εικόνες, οπτικοακουστικό υλικό (αποσπάσματα βίντεο κλπ.) χωρίς άδεια των δημιουργών ή δικαιούχων. Οι κάτοχοι των ιστολογίων δεν συνειδητοποιούν το γεγονός ότι πρέπει να λαμβάνουν άδεια για αναδημοσίευση ή να χρησιμοποιούν υλικό που υπόκειται σε άδειες όπως είναι οι άδειες creative commons.
Είναι, ακόμα, δυνατό η δημοσίευση προσωπικών απόψεων από εργαζόμενους σχετικά με θέματα που αφορούν τη λειτουργία μιας επιχείρησης να αποτέλεσει και λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας (βλ. Mercado-Kierkegaard, CLSR, Wright).
Τέλος, το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η προσβολή της προσωπικότητας δημοσίων, κυρίως, προσώπων μέσω δημοσιευμάτων σε ιστολόγια ειδησεογραφικού χαρακτήρα (βλ. και elawyer). Επισημαίνεται ότι τα αδικήματα της δυσφήμισης ή εξύβρισης θα χαρακτηρίζονται ως τελούμενα δια του τύπου, όταν ο χαρακτήρας του ιστολογίου είναι ειδησεογραφικός. Για την περίπτωση δε που οι επισκέπτες του ιστολογίου διατυπώνουν σχόλια που είναι συκοφαντικά κατά τρίτων προσώπων, θα μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη του ο κάτοχος του ιστολογίου, σύμφωνα το άρθρο 13 του π.δ. 131/2003, εφόσον όμως δεν γνωρίζει τα σχόλια ή δεν τα απομακρύνει όταν ειδοποιηθεί.