Στο σχέδιο νόμου “Αρχείο Διαφύλαξης Κινηματογραφικής Κληρονομιάς, ρύθμιση θεμάτων
Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού και άλλες διατάξεις” περιλήφθηκε η εξής εμβόλιμη διάταξη:
Μετά την παράγραφο 1β του άρθρου 4 του Ν. 2225/1994 (ΦΕΚ Α’ 121), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 1γ ως ακολούθως : «1γ. Επιτρέπεται η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των κακουργημάτων που προβλέπονται από το ν. 2121/1993 «Πνευματική ιδιοκτησία, συγγενικά δικαιώματα και πολιτιστικά θέματα» (ΦΕΚ Α’ 25), όπως κάθε φορά ισχύει».
Η νομοθετική πρόβλεψη για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών είναι σύμφωνη με τη συνταγματική επιταγή τού άρθρου 19 παρ. 1 εδαφ. β΄ του Συντάγματος που κάνει λόγο για άρση του απορρήτου μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
Πρέπει, συνεπώς, να δούμε σε ποια κακουργήματα αναφέρεται ο νομοθέτης.
Η βασική μορφή του αδικήματος του άρθρου 66 Ν. 2121/1993 είναι η εξής: “Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή 2.900 -15.000 ευρώ όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή διατάξεων των κυρωμένων με νόμο πολυμερών διεθνών συμβάσεων για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας εγγράφει έργα ή αντίτυπα, αναπαράγει αυτά άμεσα ή έμμεσα, προσωρινά ή μόνιμα, με οποιαδήποτε μορφή, εν όλω ή εν μέρει, μεταφράζει, διασκευάζει, προσαρμόζει ή μετατρέπει αυτά, προβαίνει σε διανομή αυτών στο κοινό με πώληση ή με άλλους τρόπους ή κατέχει με σκοπό διανομής, εκμισθώνει, εκτελεί δημόσια, μεταδίδει ραδιοτηλεοπτικά κατά οποιονδήποτε τρόπο, παρουσιάζει στο κοινό έργα ή αντίτυπα με οποιονδήποτε τρόπο, εισάγει αντίτυπα του έργου που παρήχθησαν παράνομα στο εξωτερικό χωρίς τη συναίνεση του δημιουργού και γενικά εκμεταλλεύεται έργα, αντίγραφα ή αντίτυπα που είναι αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας ή προσβάλλει το ηθικό δικαίωμα του πνευματικού δημιουργού να αποφασίζει για τη δημοσίευση του έργου στο κοινό, καθώς και να παρουσιάζει αυτό αναλλοίωτο χωρίς προσθήκες ή περικοπές (άρθρο 8 παρ.1 Οδηγίας 2001/29).”
Η κακουργηματική μορφή της παραβίασης των διατάξεων του Ν. 2121/1993 για την πνευματική ιδιοκτησία προβλέπεται στο άρθρο 66 παρ. 3 εδαφ. β΄: “Αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ” επάγγελμα ή σε εμπορική κλίμακα ή αν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η πράξη μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι 10 ετών και χρηματική ποινή 5 έως 20 εκατομμυρίων δραχμών, καθώς και αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης στα πλαίσια της οποίας εκτελέσθηκε η πράξη. Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ” επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας που ίσχυαν πριν απ” αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας”.
Μένει να δούμε ποιες περιπτώσεις καταλαμβάνει η κακουργηματική μορφή του αδικήματος. Τρεις είναι οι σχετικές περιπτώσεις:
1. Όταν ο υπαίτιος τελεί κατ’ επάγγελμα τις παραπάνω πράξεις. Η ως άνω διάταξη περιέχει ερμηνευτικό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο, “Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ” επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας που ίσχυαν πριν απ” αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας”“
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 13 περ. στ΄ ΠΚ, “κατ’ επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος. Κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη”.
Σύμφωνα με τη νομολογία, για τον χαρακτηρισμό του εγκλήματος ως κακούργημα δεν απαιτείται η απόκτηση οφέλους ως τετελεσμένο γεγονός, αλλά αρκεί να υπάρχει το στοιχείο του σκοπού του δράστη για πορισμό εισοδήματος (ΑΠ 316/2005, Ποιν.Λογ. 2005, 326). Επίσης, κατ’ επάγγελμα τέλεση υφίσταται και όταν η πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακά, αλλά βάσει σχεδίου και από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την ετοιμότητά του για επανειλημμένη τέλεση, να προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος (ΕφΑθ 2949/2003, ΠοινΔνη 2004, 1110, ΕφΑθ 2011/2001, ΠοινΔνη 2002, 1153, ΑΠ 863/2000, ΠοινΧρ 2001, 152, ΑΠ 692/2000, ΠοινΧρ 2001, 47). Βλ. σχετ. Ε. Βαγενά, σε: Κοτσίρη/Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την πνευματική ιδιοκτησία, άρθρο 66, σελ. 1115 και επ.
2. Όταν η τέλεση της πράξης γίνεται σε εμπορική κλίμακα.
Σύμφωνα με την αιτιολογ. σκέψη αρ. 14 της οδηγίας 2004/48, “πράξεις που διενεργούνται σε εμπορική κλίμακα είναι οι πράξεις που αποσκοπούν σε άμεσο ή έμμεσο οικονομικό ή εμπορικό όφελος· εξαιρούνται συνεπώς, κατά κανόνα, οι πράξεις των τελικών καταναλωτών που ενεργούν καλόπιστα”.
Το ερώτημα είναι αν οι πράξεις των προσώπων που ανταλλάσσουν μεταξύ τους αρχεία στο πλαίσιο συστημάτων peer-to-peer, όπως είναι, π.χ, το The Birate Bay, συνιστούν προσβολή σε εμπορική κλίμακα. Σύμφωνα με την άποψη της Ε. Βαγενά (σε: Κοτσίρη/Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την πνευματική ιδιοκτησία, άρθρο 63Α, σελ. 1047 και επ., αριθ. 4-5), η πράξη αυτή συνιστά προσβολή σε εμπορική κλίμακα, διότι δημιουργείται άπειρος αριθμός ψηφιακών αντιγράφων στους η/υ των χρηστών της υπηρεσίας peer-to-peer με άμεσο οικονομικό όφελος αυτών και της εταιρίας που παρέχει το λογισμικό για την ανταλλαγή των αρχείων.
Κατά την άποψή μας, δεν είναι ορθή η προσέγγιση αυτή, διότι οι χρήστες δεν αποσκοπούν σε πορισμό εισοδήματος, ενώ ακόμα και αν θεωρηθεί ότι δεν ενεργούν καλόπιστα, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι έχουν οικονομικό όφελος πέραν της μη καταβολής αντιτίμου για ένα προστατευόμενο έργο που εκτείνεται σε εμπορική κλίμακα, εκτός και εάν αντικείμενο παράνομης καταφόρτωσης και μεταφόρτωσης είναι πλήθος έργων.
3. Ιδιαίτερα επικίνδυνος δράστης
Σύμφωνα με το άρθρο 13 περ. ζ΄ ΠΚ, “Ιδιαίτερα επικίνδυνος χαρακτηρίζεται ο δράστης όταν από τη βαρύτητα της πράξης, τον τρόπο και τις συνθήκες τέλεσής της, τα αίτια που τον ώθησαν και την προσωπικότητά του, μαρτυρείται αντικοινωνικότητα αυτού και σταθερή ροπή του σε διάπραξη νέων εγκλημάτων στο μέλλον”. Η ερμηνεία αυτής της διάταξης δεν προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα στην περίπτωσή μας, καθώς δύσκολα θα τυγχάνει εφαρμογής.
Τελικώς, η διάταξη αυτή δεν ψηφίσθηκε από την Ελληνική Βουλή.